|
ΕΛΛΗΝΕΣ
ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
ΑΝΤΩΝΗΣ
ΣΟΥΡΟΥΝΗΣ
Photo:
© E.KE.BI, 2001. Μητρόπουλος
Βιογραφικό Σημείωμα
Ο
Αντώνης Σουρούνης γεννήθηκε το 1942 στη Θεσσαλονίκη.
Όταν τελείωσε το γυμνάσιο, έφυγε για τη Γερμανία,
όπου είχαν ήδη μεταναστεύσει όλοι του οι συγγενείς.
Μετά από μερικά εξάμηνα σε γερμανικά και αυστριακά
πανεπιστήμια, ο συγγραφέας διακόπτει τη φοίτηση
και ταξιδεύει δουλεύοντας. Εργάστηκε από hotel
boy μέχρι επαγγελματίας παίκτης ρουλέτας και από
τραπεζικός υπάλληλος μέχρι ναυτικός.
Τα βιβλία του Αντώνη Σουρούνη
1.
Οι συμπαίχτες, μυθιστόρημα. Θεσσαλονίκη. Νέα Εγνατία,
1977, Αθήνα, Καστανιώτης, 1988. Σελίδες 224, ISBN:
960-03-0069-0
2. Μερόνυχτα Φραγκφούρτης, διηγήματα. Αθήνα, Ύψιλον,
1982, Αθήνα, Καστανιώτης, 1988. Σελίδες 100 ISBN:
960-03-0074-7.
3. Τα τύμπανα της κοιλιάς και του πολέμου, διηγήματα.
Αθήνα, Νέα Σύνορα - Λιβάνης, 1983. Αθήνα, Καστανιώτης,
1989. Σελίδες 161. ISBN: 960-03-0211-1.
4. Οι πρώτοι πεθαίνουν τελευταίοι, μυθιστόρημα.
Αθήνα, Νέα Σύνορα - Λιβάνης, 1985. Αθήνα, Καστανιώτης
1989. Σελίδες 198. ISBN 960-03-0212-Χ.
5. Πάσχα στο χωριό, νουβέλα. Αθήνα, Καστανιώτης,
1991. Σελίδες 136, ISBN: 960-03-0791-1.
6. Υπ' όψιν της Λίτσας, διηγήματα. Αθήνα, Καστανιώτης,
1992. Σελίδες 112, ISBN: 960-03-0916-7.
7. Ο Χορός των Ρόδων, μυθιστόρημα. Αθήνα, Καστανιώτης,
1994. Σελίδες 502, ISBN: 960-03-1204-4 (Κρατικό
Βραβείο Μυθιστορήματος 1995).
8. Το μπαστούνι, παραμύθι. Σκίτσα: Σπύρος Γούσης.
Αθήνα, Καστανιώτης. 1996. Σελίδες 48. ISBN:960-03-1714-3.
9. Μισόν αιώνα άνθρωπος, αφηγήματα. Αθήνα, Καστανιώτης,
1996. Σελίδες 118, ISBN: 960-03-1689-9.
10. Γκας ο γκάνγκστερ, μυθιστόρημα. Αθήνα, Καστανιώτης,
2000. Σελίδες 416. ISBN: 960-03-2814-5.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ
ΣΤΑ
ΓΑΛΛΙΚΑ
"
Les premiers meurent toujours les derniers. Traduit:
Marcel Durand, Editions Hatier - Librairie Kauffmann,
1992. 172 pages, ISBN GRECE 960-7256-16-6, ISBN
FRANCE 2-218-01594-3
" Paques au village, roman. Traduit: Blanche
Molfessis, Institut Francais d' Athenes / Actes
Sud, 1999, 138 pages, ISBN 2-7427-2167-3
ΣΤΑ
ΙΤΑΛΙΚΑ
"
II Ballo della Rosa, romanzo. Traduzione: Alberto
Gabrieli, Crocetti Editore, 1999, (collana Aristea
7) Milano, ISBN 88-8306-011-3.
ΣΤΑ
ΓΕΡΜΑΝΙΚΑ
"
C. Gianacacos - St. Gerogiorgakis (Hrsg.), Deutschland,
Deine Griechen… Eine Antuologie, 1998 Romosini
Verlag, Koln, ISBN 3-929889-93-X: Antonis Surunis,
Angst vor dem Fremden, ubersetzung: Klaus Eckhardt.
" Niki Eideneier (Hrsg.), Dimitrakis '86
"um eine Heimat bittend", 1985 Romiosini
Verlag, Koln, ISBN 3-923728-20-4: Antonis Surunis,
Mit Spyros Chursutoglu in der "Salonika Bar",
ubersetzt von Niki Eideneier und Klaus Eckhardt.
" Griechische Erzahlungen, Herausgegeben
von Gaby Wurster, 1993 Deutscher Taschenbuch Verlag
(DTV), Munchen, ISBN 3-423-11692-7: Antonis Surunis,
Seine Letzte Rolle, unersetzt von…
" Επίσης το διήγημα Μία γιαπωνέζικη πυργκαγιά
από τα Μερόνυχτα Φραγκφούρτης έχει μεταφραστεί
και δημοσιευθεί σε πολλές συλλογές στην Γερμανία.
ΣΤΑ
ΑΓΓΛΙΚΑ
"
The Livelong Day: Working in the World, ICARUS
New Writing from Around the World (ISSN 1054-1381),
Icarus 5, Winter 1992, ISBN 0-8239-1363-5: Fellow
Players, Fiction by Antonis Sourounis. Transtated:
Philemon D. Sevastiades.
ΣΤΑ
ΤΣΕΧΟΣΛΟΒΑΚΙΑ
"
Cerne olivy, vybrala, prelozila a usporadala Alexandra
Buchler. Anthologie soucasnych resckych povidek.
2000, Aspida Book, Praha, ISBN 80-161-73-07-0:
Antonis Sourounis, Japonsky pozar, μετάφραση Alexandra
Buchler.
Ο συγγραφέας Αντώνης Σουρούνης
Εκείνο που προσδιορίζει τη δημιουργία του Αντώνη
Σουρούνη είναι η βιωματική πεζογραφική του συνείδηση.
Ο συγγραφέας, ό,τι περιγράφει το έχει ζήσει και
στη συνέχεια το μετουσιώνει σε λογοτεχνία, μέσω
του ταλέντου του και της σκληρής του δουλειάς,
η οποία μέχρι σήμερα έχει αποφέρει τρεις συλλογές
διηγημάτων, τέσσερα μυθιστορήματα, ένα παιδικό
βιβλίο, μια νουβέλα και δύο τόμους με αφηγήματα.
Ο Σουρούνης όχι μόνο δεν στερείται εμπειριών.
Το αντίθετο ζει νέες και τούτο φαίνεται πρωτίστως
στα δύο τελευταία του μυθιστορήματα: Ο χορός των
ρόδων και Γκας ο γκάνγκστερ.
Το γεγονός δε ότι ο συγγραφέας εκφράστηκε μέσω
της λογοτεχνίας οφείλεται κυρίως στους παρακάτω
σημαντικούς παράγοντες, οι οποίοι επέδρασαν αποφασιστικά
στο συγγραφικό του έργο.
α) Ο συγγραφέας, μετανάστης για χρόνια στη Γερμανία,
γνωρίζει πολύ καλά τη μορφολογία αλλά και τις
συνιστώσες του κοινωνιολογικού και οικονομικού
αυτού φαινομένου. Έρχεται σε επαφή με συμπατριώτες
του, οι οποίοι ζουν δύσκολα στη ξένη γη, παράλληλα
όμως μεταφέρουν τα συμπτώματα της φυλής μας εκεί,
την πρώτη δηλαδή ύλη για διηγήματα ή μυθιστορήματα,
όπως το Μερόνυχτα Φραγκφούρτης και Οι συμπαίχτες.
Ο τζόγος, το ποτό, το ξενύχτι, τα μπαρ, η απόρριψη
στον έρωτα, η αγοραία ερωτική πρόκληση είναι τα
υλικά με τα οποία ο συγγραφέας πλάθει ήρωες και
χαρακτήρες.
β) Ένα σημαντικό στοιχείο στην προσέγγιση της
δημιουργίας του Σουρούνη είναι η γλώσσα καθώς
και η έντονα ρεαλιστική και χυμώδης απεικόνιση
ερωτικών στιγμών, άσχετα αν πρόκειται για φυσική
ή όχι, έλξη και επαφή. Η γλώσσα λοιπόν εντελώς
ανατρεπτική, "χυδαία" για πολλούς σεμνότυφους,
χειμαρρώδης, σκληρή και βίαιη, ωμή, πραγματιστική,
καταφέρνει να μετουσιώσει σε πράξη αυτό για το
οποίο ο Σουρούνης γράφει: την παρουσίαση, δηλαδή,
της ζωής χωρίς στολίδια, με την οδύνη και τη γύμνια
της, με τη μιζέρια και τη σαπίλα της. Κι όταν
ο τζόγος γίνεται από εύνοια της τύχης, ο έρωτας
είναι που κινεί τα νήματα, ως μια από τις κυριότερες
και πρωταρχικές ανθρώπινες ανάγκες.
γ) Σοβαρό μερίδιο στη λογοτεχνία του Σουρούνη
αποτελεί η, για κάποια περίοδο, εργασία του σε
εμπορικά πλοία. Δυο βιβλία επεξεργάστηκε μ' αυτό
το ερέθισμα. (Οι πρώτοι πεθαίνουν τελευταίοι,
Γκας ο γκάνγκστερ) ενώ σποραδικές αναφορές κάνει
και σε άλλα. Ο Σουρούνης μέσω αυτών των βιβλίων
γίνεται καυστικός και κριτικός. Καταγράφει και
καταγγέλλει όλους εκείνους, που από τη μια στέλνουν
ανθρώπους στο θάνατο και από την άλλη οι ίδιοι
πλουτίζουν ασύστολα. Εδώ ο συγγραφέας είναι κάτι
παραπάνω από προοδευτικός. Γίνεται αγωνιστής.
δ) Ένας συγγραφέας που στα γραπτά του αναδεικνύει
ό,τι απλούστερο και σχεδόν αυθόρμητο, περικλείει
η ανθρώπινη ψυχή, δεν θα μπορούσε να μην συμπεριλάβει
στα ενδιαφέροντα του και άλλα πράγματα, εξίσου
σοβαρά: την αγάπη για τα ταξίδια και την περιπλάνηση,
την αντρική φιλία η οποία όταν αναπτύσσεται δένει
όπως το μπετόν, το συναισθηματικό πλησίασμα μέσα
απ' το ποτό και το μεθύσι, ιδίως σε χώρους με
ημίφως, τη συντροφικότητα, την αλληλεγγύη, την
αλληλοβοήθεια αλλά και το σκληρό κόσμο της νύχτας.
Συναισθηματικές φορτίσεις που δεν έχουν σχέση
με ουμανιστικού ύφους προκλήσεις αλλά το αντίθετο
με προλεταριακού τύπου αντιδράσεις. Κάτι που ο
Σουρούνης ξέρει να επεξεργάζεται σωστά.
Η συγγραφική ιδιαιτερότητα, η ατμόσφαιρα των μύθων
και η σφραγίδα του Σουρούνη στα γράμματα είναι
δεδομένη. Ο χρόνος είναι κατάλληλος για μια ευρύτερη
καριέρα, ώστε ο Έλληνας Κέρουακ να βρει τη θέση
του στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο λογοτεχνικό χώρο.
Χρίστος Παπαγεωργίου
Ποιητής, κριτικός λογοτεχνίας
Τι
έγραψε ο Τύπος για τα βιβλία του ΑΝΤΩΝΗ ΣΟΥΡΟΥΝΗ
(αποσπάσματα από κριτικές και συνεντεύξεις)
,,,Ο Αντώνης Σουρούνης σε διεθνή κλίμακα είναι
ξαδέλφι του Τζακ Λόντον και του Μπλαιζ Σαντράρ.
Και αν υπάρχει σήμερα στην Ελλάδα "προλεταριακή
λογοτεχνία", μόνο από τον Σουρούνη εκπροσωπείται
- και μάλιστα στη γνήσια ελληνική, σύμφωνα με
τις μαρξιστικές προδιαγραφές ολότελα ανορθόδοξη
εκδοχή της. Ο Σουρούνης είναι πότε γκάσταρμπαϊτερ
και πότε αλήτης, πότε ναυτικός και πότε μπάρμαν
ή επαγγελματίας χαρτοπαίκτης σε καζίνο - έκφραση
μιας στροβοσκοπικής κοινωνικής ύπαρξης, άστατης,
σκληρής και συναρπαστικής…
Τα βιβλία του Αντώνη Σουρούνη είναι η ζωντανή
απόδειξη για τα πόσα μπορεί να πετύχει ένας συγγραφέας
όταν, εκτός από ταλέντο, έχει πραγματικά κάτι
ν' αφηγηθεί.
Δημοσθένης Κούρτοβικ
Συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 4-10-1989
Οι συμπαίχτες, μυθιστόρημα. Αθήνα, Καστανιώτης,
1988. Σελ. 224. ISBN: 960-03-0069-0.
…Οι συμπαίχτες, σχηματικά θα λέγαμε ότι καταγράφει
"τις μέρες και τα έργα" των λούμπεν
προλετάριων μεταναστών στις βιομηχανικές πόλεις
της Δυτ. Γερμανίας […].
Η άμεση αυτή βίωση έχει σαν φυσική συνέπεια μια
άμεση γραφή, με βασικό προσόν την απουσία κατασκευασμένου
"λόγιου ύφους", χωρίς μ' αυτό ν' αμβλύνονται
τα σταθερά λογοτεχνικά χαρακτηριστικά της (εξπρεσιονιστικής)
αφήγησης, που είναι συναρπαστική. Η περίπτωση
του Α.Σ. αναπόφευκτα παραπέμπει σ' ένα αντίστοιχο
διεθνές πρότυπο μιας τέτοιας λογοτεχνίας και στάσης
ζωής: τον Αμερικανό συγγραφέα Τζακ Κέρουακ, του
οποίου η λογοτεχνική γραφή είναι απόρροια άμεσου
βιώματος, της ζωής των λούμπεν προλετάριων του
"αμερικάνικου θαύματος"…
Μιχάλης Μήτρας
Ποιητής
Περιοδικό ΔΙΑΒΑΖΩ, Αρ. 11, 3-4-1978
Το μπαστούνι, παραμύθι. Σκίτσα: Σπύρος Γούσης.
Αθήνα, Καστανιώτης, 1996. Σελ. 48, ISBN: 960-03-1714-3.
Το ίδιο επιτυχημένα, μ' αυτήν την παραμυθική ιστορία,
ο συγγραφέας αποδεικνύει ότι κινείται και στο
δύσκολο χώρο των μικρών αναγνωστών. Διασκεδαστική
και με φιλοσοφική διάθεση η υπόθεση. Με στοιχεία
μεταφυσικής αγωνίας, απλού έως σαρκαστικού χιούμορ.
Ένα τραπέζι, με καταγωγή ένα δέντρο που φιλοξενούσε
στη σκιά του ανθρώπους, τώρα "φιλοξενεί"
σ' ένα σπίτι ανθρώπους που κάθονται για φαγητό.
Στήνει συζήτηση με τ' άλλα έπιπλα. Και τ' όνειρό
του, με όποια θυσία, είναι να γίνει κάποτε… μπαστούνι,
για να κινείται και να βλέπει τον κόσμο…
Η ανάγνωση είναι απολαυστική και από τους μεγάλους.
Τούτο επαληθεύει για άλλη μια φορά την άποψη ότι
η καλή λογοτεχνία δεν έχει τελικά ηλικία… Κοντά
βεβαίως και η ψευδαίσθηση ότι έτσι ο …Θεός Χρόνος
τα 'χει με όλους μας καλά…
Γιάννης Παπαδάτος
Κριτικός λογοτεχνίας
Περιοδικό ΔΙΑΒΑΖΩ, Αρ, 374 5/1997
Μερόνυχτα Φραγκφούρτης, διηγήματα. Αθήνα, Καστανιώτης,
1988. Σελ. 100 ISBN 960-03-0074-7.
"Η
αφήγηση του Σουρούνη ακροβατεί εύστοχα πάνω στον
άξονα που στηρίζουν η φαλλοκρατία και το φιλότιμο
- ακρογωνιαίοι λίθοι του ρωμέικου συστήματος αξιών
- και με τον ακατάβλητο οίστρο της σκαμπανεβάζει
τον αναγνώστη από την ευθυμία στην πίκρα και από
τη θλίψη στο χαμόγελο.
Κλείνοντας το μικρό βιβλιαράκι, απορείς πως μπόρεσε
να χωρέσει μέσα του τόσος καημός ξενιτιάς.
Περιοδικό Η ΛΕΞΗ
Τα τύμπανα της κοιλιάς και του πολέμου, διηγήματα.
Αθήνα, Καστανιώτης, 1989. Σελ. 161, ISBN: 960-03-0211-1
…Στο εκτενέστερο διήγημα του βιβλίου, που έδωσε
τον τίτλο του σε όλη τη συλλογή, ο Α. Σουρούνης
ασχολείται με τις περιπέτειες του νεαρού μετανάστη
που γυρίζει στην Ελλάδα για να σπουδάσει δημοσιογραφία
στην Αθήνα, υπό συνθήκες πλήρους εξαθλίωσης, και
(στο δεύτερο μέρος του διηγήματος, δέκα χρόνια
αργότερα) με τις κωμικοτραγικές εμπειρίες του
από την επιστράτευση του 1974. Η συλλογή συμπληρώνεται
από τρία μικρότερα διηγήματα, εμπνευσμένα από
τη ζωή του ναυτικού και του μετανάστη. Σ' αυτό
το βιβλίο ο Σουρούνης ξέρει πια στην εντέλεια
πώς να κάνει τη λιτότητα πηγή εκφραστικής δύναμης.
Ξέρει, επίσης, πως ν' αποστασιοποιείται από τον
εαυτό του και το υλικό του, για να του δώσει μεγαλύτερη
εμβέλεια…
Δημοσθένης Κούρτοβικ
Συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 4-10-1989
Οι πρώτοι πεθαίνουν τελευταίοι, μυθιστόρημα. Αθήνα,
Καστανιώτης, 1989. Σελ. 198, ISBN: 960-03-0212-Χ
…Με το μυθιστόρημα "Οι πρώτοι πεθαίνουν τελευταίοι"
ο Σουρούνης έδωσε ένα έργο τόσο ευρηματικό στην
απλότητά του και τόσο παλλόμενο στην φαινομενική
ακινησία του, ώστε μπορούμε να μιλήσουμε για πραγματικό
λογοτεχνικό επίτευγμα…
Αυτή η τέχνη της σιωπής, που ελάχιστοι έλληνες
πεζογράφοι κατέχουν, κορυφώνεται στο "Οι
πρώτοι πεθαίνουν τελευταίοι". Ουσιαστικά
όλα τα δράματα που περνούν από τις σελίδες του
είναι βουβά, σαν τον ίδιο τον αφηγητή και γι'
αυτό εκρηκτικότερα, ενώ δεν μας αφήνεται καμιά
αμφιβολία ότι είναι πολύ βαθύτερα απ' όσο φαίνεται.
Αυτό κάνει το τελευταίο βιβλίο του Σουρούνη το
πιο σπαραχτικό και ανθρώπινο απ' όσα έχει γράψει
ως τώρα…
Δημοσθένης Κούρτοβικ
Συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 4-10-1989
Πάσχα στο χωριό, νουβέλα. Αθήνα, Καστανιώτης,
1991. Σελ. 136 ISBN: 960-03-0791-1
Μπορεί ένα σπασμένο πασχαλινό αυγό να σημάνει
το τέλος του εγωισμού; Κατά τον Αντώνη Σουρούνη
μπορεί. Γιατί "σαν το αυγό κι ο άνθρωπος.
Άμα δε σπάσει, δε στέκει όρθιος"…
Στις σελίδες του φρεσκοτυπωμένου βιβλίου ο αφηγητής
κι ένα φιλικό του ζευγάρι - ο Φώτης οδοντίατρος
κι η Λίτσα, λαϊκή τραγουδίστρια - μπαίνουν σ'
ένα ανοιχτό Ντεσεβό κι οδεύουν προς την Καλαμάτα
για "να πάρουν και καμιά μυρωδιά από Πάσχα".
Βεβαίως, όπως αποδεικνύεται στο τέλος της διαδρομής
και των περιπετειών, "η μεγάλη Ανάσταση,
η παραδοσιακή, αυτή που προσμένουμε όλοι ύστερα
από μια Μεγάλη Εβδομάδα, δεν υπήρχε". Ωστόσο,
επειδή συχνά η "Ανάσταση" συντελείται
κι εκτός κειμένου, ο Αντώνης Σουρούνης ελπίζει:
"Ίσως η ιστορία μου να τη βρει κάποτε μόνη
της, ώστε να ολοκληρωθεί και να γιορτάσει"…
Αμάντα Μιχαλοπούλου
Συγγραφέας, δημοσιογράφος
Εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 6-4-1991.
Υπ' όψιν της Λίτσας, διηγήματα. Αθήνα, Καστανιώτης,
1992. Σελ. 112. ISBN: 960-03-0916-7.
Ο Α. Σουρούνης δημιουργεί σασπένς από μια στοιχειώδη
πλοκή, γίνεται ο ίδιος πρωταγωνιστής στις ιστορίες
του (κάτι ανάμεσα σε σύγχρονο κλόουν και παλιομοδίτικο
τιμητή, που αυτοσαρκάζεται με θάρρος και έμπνευση),
αναμιγνύει τον παραδεδομένο διδακτικό τόνο του
χρονογραφήματος με τη μηδενιστική διακωμώδηση
και επινοεί "ελάσσονα", σπαρταριστά
επεισόδια με γλυκόπικρη, γελαστική διάθεση. Οι
δευτερεύοντες ήρωές του - παρμένοι από τους υπαλλήλους
των τραίνων, από τους οδηγούς των ταξί ή από τον
κόσμο των καλλιτεχνών - είναι γνήσια αντίγραφα
μιας άλλοτε μίζερης και άλλοτε απλώς εκνευριστικής
πραγματικότητας, που διαμορφώνει αναλόγως και
την ηθική του σχολιαστή της: Επιτείνει την οργή
και ενισχύει τον σαρκασμό του.
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου
Κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 14-10-1992
Χορός Ρόδων
,,, "Ο Χορός των Ρόδων θυμίζει χολιγουντιανή
περιπέτεια, από τις καλύτερες του είδους, δομημένη
με σωστά μελετημένες δόσεις χιούμορ και σεξ, με
προσεγμένες λεπτομέρειες και απροσδόκητα ευρήματα.
Τελικώς, πρόκειται για ένα βιβλίο που διαβάζεται
χωρίς ανάσα από την αρχή ως το τέλος"…
Μ' αυτό το βιβλίο ο συγγραφέας κλείνει τον αφηγηματικό
κύκλο που ξεκίνησε με τους "Συμπαίχτες"
και συνεχίστηκε με τα "Μερόνυχτα Φρανκφούρτης"
(1982), επιβεβαιώνοντας το ωρίμασμα της γραφής
του Σουρούνη και τις ιδιαίτερες μυθοπλαστικές
ικανότητές του.
Δημήτρης Δασκαλόπουλος
Ποιητής, βιβλιογράφος
Εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 27-9-1994
Χορός Ρόδων
Εύη Καρκίτη: - Σου βγήκε εύκολα "Ο Χορός
των Ρόδων";
Αντώνης Σουρούνης: Το πρώτο μέρος το έγραψα δύο
φορές. Τα υπόλοιπα βγήκαν μια και έξω. Μου έρχονταν
συνεχώς λέξεις, προτάσεις και φοβόμουν μην τις
χάσω. Μου έρχονταν λέξεις που δεν ήξερα τι σημαίνουν
και αγόρασα ένα λεξικό. Πρέπει να πω πως αν δεν
είχα ζήσει εκείνα τα δύο χρόνια στην Επίδαυρο,
δε θα μπορούσα να γράψω αυτό το μυθιστόρημα. Ήταν
χρόνια που με συγκλόνισαν και με ηρέμησαν. Αν
δεν τα ζούσα θα είχα μείνει ακόμη στα "Μερόνυχτα
Φραγκφούρτης" που πολλοί το θεώρησαν το καλύτερο
βιβλίο μου. Εκείνοι όμως έμειναν εκεί, εγώ έχω
αλλάξει".
Εύη Καρκίτη: -Μήπως σε εκνευρίζει τότε που σε
αποκαλούν Μπουκόφσκι.
Αντώνης Σουρούνης: Όχι, γιατί όταν κάνεις ένα
επάγγελμα που έχει σχέση με το πνεύμα συναντιέσαι
με ανθρώπους που ζουν στο ίδιο πάτωμα, ακόμη και
στο ίδιο δωμάτιο. Δες τη λογοτεχνία σαν μια πολυκατοικία.
Εγώ ζω στο ίδιο δωμάτιο με πολλούς συγγραφείς.
Ένας είναι ο Μπρούνο Τρέιβεν που έγραψε το "Θησαυρό
της Σιέρα Μάντρε" και το "Πλοίο των
νεκρών". Όταν έγραψα για το πρώτο μου ταξίδι
με καράβι, η αρχή μου ήταν ίδια με την αρχή του
"πλοίου των νεκρών". Είδαμε εγώ κι ο
Τρέηβεν τα ίδια πράγματα. Με τον Μπουκόφσι έχω
κοινά σα ζωή. Αυτός το τράβηξε μέχρι το τέλος,
εγώ έκανα τη στροφή με το "Πάσχα στο χωριό".
Περιοδικό BEST SELLER, 9-1996.
Ο Χορός των Ρόδων, μυθιστόρημα (Κρατικό Βραβείο
Μυθιστορήματος 1995) Αθήνα, Καστανιώτης, 1994.
Σελ. 502, ISBN: 960-03-1204-4.
…πρόκειται για γεννημένο παραμυθά, που ξέρει να
παίζει καλά με τις ευκολίες και τις δυσκολίες
της αφήγησής του, όπως οι ήρωες του βιβλίου του
παίζουν τη ρουλέτα. Κρατώντας σταθερά τον σπάγκο
της διήγησης στο χέρι, τον αμολά ή τον τραβά,
κι όχι μονάχα εκεί που το περιμένεις. Τα πρόσωπα
του μυθιστορήματος φιλιώνουν και χωρίζουν συχνά
με απερίγραπτη φυσικότητα, αφού στο μεταξύ δείχνουν
ανάγλυφο το σώμα τους και βρίσκουν τη μιλιά τους.
Και το κυριότερο ίσως, ο οίστρος της γραφής φαίνεται
καθαρά, όπου και όταν στηρίζεται ο λόγος της κυριολεξίας
με μεταφορές και παρομοιώσεις. που ξεφυτρώνουν
κάθε τόσο δίχως καμιάν εκζήτηση, κολλούν στο στόμα
και ευφραίνουν το αυτί…
Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης
Καθηγητής Κλασικής φιλολογίας Πανεπιστημίου Θεσ/κης
Εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 14-8-1994
Χορός Ρόδων
… το μυθιστόρημα αυτό του Σουρούνη είναι ένας
έξοχο ψυχογράφημα των ανθρώπων της ρουλέτας. Το
ενδιαφέρον του αναγνώστη μένει αμείωτο ως την
τελευταία σελίδα και εξαιτίας του χιούμορ που
διαποτίζει όλη την αφήγηση και που συχνά προκαλεί
δυνατό γέλιο (σπάνιο στη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία).
Κώστας Τσαούσης
Κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΕΘΝΟΣ, 1994
Μισόν αιώνα άνθρωπος. αφηγήματα. Αθήνα, Καστανιώτης,
1996. Σελ. 118 ISBN: 960-03-1689-9.
Τα κείμενα που συγκεντρώνει ο Αντώνης Σουρούνης
στο μικρό αυτό τόμο είναι κατά κάποιο τρόπο επετειακά.
Με αφορμή την είσοδο στην έκτη δεκαετία του βίου
του (κλείνοντας, όπως μας λέει και εν τίτλω, "μισόν
αιώνα" ζωής), ο συγγραφέας επιλέγει ορισμένα
επεισόδια από την πολυτάραχη ανά την Ελλάδα και
την Ευρώπη πολιτεία του, για να τα μετατρέψει
σε σύντομα αφηγήματα, όπου είτε σατιρίζει τους
άλλους είτε αυτοσατιρίζεται…
Το βιβλίο ξεκινάει από τα παιδικά χρόνια του συγγραφέα
στη Θεσσαλονίκη και συνεχίζεται με επεισόδια από
την ενήλικη ζωή του σε όλα τα ευρωπαϊκά γεωγραφικά
πλάτη και μήκη: από το Ινσμπρουγκ, την Κολονία
και το Παρίσι ως τη Φρανκφούρτη, το Αμβούργο και
το Βισμπάντεν. Και από την Αθήνα, μέχρι τη Νάξο
και την Ουρανούπολη…
Ο Σουρούνης ούτε αξιολογεί ούτε συνοψίζει - απλώς
παίζει για άλλη μια φορά (τώρα με την ευγένεια
στον ανάλαφρα ειρωνικό τόνο της γραφής του) και
μας κερδίζει εξ ολοκλήρου.
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου
Κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 5-2-1997
Γκας ο γκάνγκστερ, μυθιστόρημα. Αθήνα, Καστανιώτης,
2000. Σελ. 416 ISBN: 960-03-2814-5.
…χυμώδεις περιγραφές με καθοριστική την αίσθηση
του αυθόρμητου, που εντείνεται από την πηγαία,
καθόλου σκανδαλιστική, αθυροστομία. Εκ πρώτης
όψεως απλός ο τρόπος γραφής του Α. Σουρούνη με
τις σύντομες ευέλικτες προτάσεις και τα "καλά
ελληνικά" του. Η γλώσσα, με τους αστεϊσμούς
της, όπως μιλιέται στα μέρη όπου συχνάζουν οι
ήρωες. Τόποι, καταστάσεις και πρόσωπα περιγράφονται
μέσα σε λίγες γραμμές, ωστόσο, προπαντός χάρη
στη γλώσσα, σκιρτούν αναγνωρίσιμοι…
Ο Α. Σουρούνης δεν διεκτραγωδεί, προτιμά να ειρωνεύεται,
ακόμη και να κοροϊδεύει. Ένας τρόπος που το κατορθώνει
είναι και οι παρομοιώσει με τις οποίες και στρώνει
τις περιγραφές του. Παραβάλλοντας ανόμοια κεντρίζει
το ενδιαφέρον, προσθέτοντας άλλοτε λυρικές εξάρσεις
και άλλοτε σχεδόν επική μεγαλοπρέπεια.
Με αυτούς τους αφηγηματικούς τρόπους, που κέρδισαν,
με την πείρα των τελευταίων ετών συστηματικής
γραφής, ο Α. Σουρούνης φτιάχνει ένα ανάγνωσμα
τερπνό και ωφέλιμο…
Μάρη Θεοδοσοπούλου
Κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 11-6-2000
Γκας
Ο ΓΚΑΣ Ο ΓΚΑΓΚΣΤΕΡ είναι ένα βιβλίο του Αντώνη
Σουρούνη, ο οποίος είναι ταξιδιάρης τύπος περιπετειώδης
και όσο και οι ήρωές του. Ο Σουρούνης αντιμετωπίζει
τη γραφή όπως και τη ζωή, με διάθεση παιγνιώδη
και σκωπτική. Το ομολογεί, άλλωστε, και ο ίδιος
σε αυτό το αρκετά αυτοκριτικό κείμενο: "Αυτό
λέω. Δεν γίνεται να'ναι στο χαρτί έτσι και στη
ζωή αλλιώς". Ο Γκας, γνώριμος των αναγνωστών
του Σουρούνη από το μυθιστόρημά του: Οι Πρώτοι
Πεθαίνουν Τελευταίοι, υπήρξε ένας Έλληνας γερογκάγκστερ
από τη Βραζιλία. Και ο Σουρούνης, ο τρυφερότερος
ίσως Έλληνας συγγραφέας, "κεντάει" γύρω
από τον Γκας και τη παρέα του τους μετανάστες
στη Γερμανία ή τους θαλασσοδαρμένους ναυτικούς
μια ιστορία από ατόφιο χρυσάφι.
Αγγελική Βασιλάκου
Δημοσιογράφος, μεταφράστρια
Περιοδικό ΓΥΝΑΙΚΑ, 10.2000
…Με ένα απόλυτα πειστικό και σχεδόν άρτιο γλωσσικό
όργανο, απ' όπου δεν λείπει πλήρης η ναυτική ορολογία
και φορτισμένο -κάποτε υπερβολικά - με αθυροστομίες,
ο Αντώνης Σουρούνης ξετυλίγει τη χωρισμένη σε
δύο μέρη ιστορία του. Το πρώτο ξεκινάει με τα
παιδικά χρόνια στο χωριό και συνεχίζεται με την
εποχή της μετανάστευσης στη Γερμανία, ενώ ολόκληρο
το δεύτερο καλύπτει το εφιαλτικό ταξίδι του ήρωα
με ένα τρισάθλιο λίμπερτι, όπου εργάζεται ως ναύτης.
Δεν θα είναι υπερβολή αν πει κανείς ότι οι περισσότερες
από τις σελίδες του δεύτερου μέρους δεν είναι
μόνο από τις καλύτερες του πεζογράφου, αλλά και
από τις δυνατότερες της νεοελληνικής θαλασσογραφίας...
Τάκης Μενδράκος
Κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΑΥΓΗ, 16-7-2000
Απόσπασμα από το Μυθιστόρημα "Ο χορός των
Ρόδων"
ΤΟ ΛΕΩΦΟΡΕΊΟ ΤΟΥ ΚΑΖΙΝΟΥ ΞΕΚΙΝΟΥΣΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ανατολική
πλευρά του σιδηροδρομικού σταθμού της Φραγκφούρτης,
από ένα δρόμο που τον χρησιμοποιούσαν συνήθως
ξένοι και είχε ένα μόνο πεζοδρόμιο. Ήταν ένας
δρόμος ταπεινός με μικρά μαγαζάκια στο μοναδικό
του πεζοδρόμιο, που πουλούσαν μικρά αντικείμενα
ικανοποιώντας μικρές ανθρώπινες επιθυμίες. Ο Νούσης
έφευγε σχεδόν πάντα με το πρώτο λεωφορείο γύρω
στις δυόμισι το μεσημέρι και γύριζε σχεδόν πάντα
με το τελευταίο γύρω στις δυόμισι τη νύχτα. Όση
ώρα το περίμενε μπορούσε να χαζεύει τις φορτωμένες
βιτρίνες με τους παράξενους αναπτήρες, τα μαχαίρια,
τις σιδερένιες γροθιές, τα ραδιοφωνάκια, τις πίπες
και τα ανατολίτικα πακέτα τσιγάρα, περπατώντας
είκοσι μέτρα πάνω κάτω στο πεζοδρόμιο. Αυτό το
πρώτο λεωφορείο το χρησιμοποιούσαν συνταξιούχοι,
άρρωστοι και σχιζοφρενείς. Εκτός από τους πρώτους,
που δεν είχαν τι καλύτερο να κάνουν και ήθελαν
να παρακολουθήσουν τις βραδινές σειρές στην τηλεόραση,
σ' αυτό ανέβαιναν οι παθιασμένοι με το τζόγο και
οι ηλίθιοι, που είχαν κερδίσει την προηγουμένη
και πίστευαν ότι η καλή τους τύχη θα τους καρτερούσε
εκεί που την είχαν παρατήσει.
Ο Νούσης έφτανε στην αφετηρία με τα πόδια, περπατώντας
δέκα στάσεις από το σπίτι του μπροστά από βιτρίνες
που δεν τον ενδιέφεραν και ανάμεσα από ανθρώπους
που δεν τους ενδιέφερε. Από τα περίπτερα του σταθμού
αγόραζε δύο ζεστά λουκάνικα ή σάντουιτς με κρέας,
δύο μπίρες, τα τσιγάρα του κι έμπαινε στο λεωφορείο.
Η διαδρομή για το Βισμπάντεν διαρκούσε τρία τέταρτα
κι είχε όλο το χρόνο να φάει σιγά σιγά κοιτώντας
έξω τα πράσινα λιβάδια, τα άλογα που έβοσκαν,
τα παιδιά που έπαιζαν μπάλα στα μικρά γήπεδα και
τους ανθρώπους που συνέχιζαν να καλλιεργούν τη
γη τις ώρες που αυτός ζούσε στο μισοσκόταδο ανάμεσα
στις ρουλέτες.
Το λεωφορείο έκανε δύο στάσεις όλες κι όλες, μία
κάτω από τα ξενοδοχεία και τους ουρανοξύστες των
τραπεζών και μία ανάμεσα στη Διεθνή Έκθεση και
στο Πανεπιστήμιο. Σ' αυτήν οι οδηγοί εισέπρατταν
τα εισιτήρια κι έδιναν μαζί με την κάρτα εισόδου
και το αμήχανό τους χαμόγελο, που μαρτυρούσε τη
σκέψη τους ότι μετέφεραν καταδικασμένους σε θάνατο.
Περνώντας από την πρώτη στάση ο Νούσης κοιτούσε
πάντα έξω από το παράθυρο και συχνά κοιτούσε και
πάνω απ' τον ώμο του όταν το λεωφορείο είχε πια
φύγει. Δεν είχαν περάσει ούτε δύο μήνες που το
περίμενε σ' αυτήν εδώ τη στάση στηριγμένος στο
πλευρό της Μόρφως. Μόρφω, Μορφονιά, Ευμορφία,
Όμορφη, Μορφή, Μορφίνη, Φονιά! Ο Νούσης κοιτάει
ξανά πάνω από τον ώμο του. Δεν είναι εκεί να τον
αποχαιρετάει και να του εύχεται, ποτέ πια δε θα
είναι - είναι άραγε πουθενά; Πόσα χρώματα είχε
η Μόρφω; Περισσότερα κι από το ουράνιο τόξο, σχεδόν
τόσα όσα και τα ονόματα που της έδινε. Μαλλιά
κορακίσια, λευκό δέρμα, κόκκινα χείλη, πράσινα
μάτια, αλαβάστρινους ώμους, μαύρη μπλούζα, μαύρη
φούστα, καφέ γάμπες, σοκολατιά μπούτια. Όλα επάνω
της, από τα μαλλιά και το στόμα μέχρι τα μάτια
και τους γοφούς, ήταν διάχυτα και μεγάλα. Τα μόνα
στενά και τεζαρισμένα ήταν τα πανιά που την κάλυπταν.
Βλέποντάς τη να έρχεται προς το μέρος σου ο υπόλοιπος
κόσμος έσβηνε και μοναδικός σου πόθος ήταν να
φτάσει η στιγμή να τη δεις κι από πίσω. Ο κώλος
της είχε σχήμα οβάλ, όπως και το πρόσωπό της.
Λίγες φορές στη ζωή του ο Νούσης είχε αντικρίσει
τέτοιο κώλο, και μόνο σε ζώα κυρίαρχα, που βάδιζαν
περήφανα και με επίγνωση ότι η Γη τους ανήκει.
Έτσι, έτσι και καλύτερα βάδιζε κι η Μόρφω, γιατί
δεν πίστευε μόνο πως ανήκει στην αιωνιότητα, αλλά
κι ότι ανήκει σε κάμποσους ανθρώπους, που η ίδια
δεν τους ήξερε, κι ότι εκείνοι θα την αναγνωρίσουν
από συγκεκριμένα σημεία της. Ο Νούσης πολλές φορές
την έριχνε μπρούμυτα και με το μαύρο της κραγιόν
ζωγράφιζε στα λευκά της καπούλια το πρόσωπό του,
το πρόσωπό της, ζωγράφιζε πουλιά, λουλούδια, το
Αιγαίο πέλαγος, τον ήλιο αντικριστά στην ανατολή
και στη δύση του. Ελάχιστοι ζωγράφοι είχαν την
ευτυχία να εκφράσουν τη φαντασία τους πάνω σε
ωραιότερη επιφάνεια. Τα δύο της ημισφαίρια έφταναν
και περίσσευαν για να αποτυπωθούν πάνω τους τα
δύο ημισφαίρια της Γης, οι ωκεανοί της, ο ουρανός
με τ' άστρα. Ολόκληρο το σύμπαν με τους αστερισμούς
του και μαζί από κοντά ο κρεάτινος αστερισμός
του Νούση, λίγο προτού εκραγεί και επιφέρει την
πρόσκαιρη καταστροφή σ' αυτή την πρόσκαιρη δημιουργία.
Γεμάτη περιέργεια η Μόρφω πεταγόταν όρθια και
στριφογύριζε να δει κι αυτή το τι απεικονίζει.
Ποτέ της δεν τα κατάφερε, επειδή ο Νούσης, με
το πρόσχημα ότι βοηθάει, κολλούσε πίσω της και
σε λίγο όλος εκείνος ο καλλιγραφικός κόσμος εξαφανιζόταν
με κραυγές στο βαθύ της φαράγγι, για να αναγεννηθεί
την άλλη μέρα και πάλι από την αρχή του.
Δύο χρόνια περίπου κατοικούσαν εκατό μέτρα μακριά.
|