Αναζήτηση

Μια χώρα με μακρόχρονη ιστορία παρουσιάζει τους σύγχρονους συγγραφείς της

Το βιβλίο στην Ελλάδα...
...και στον κόσμο!


Εκδηλώσεις

Τύπος
ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

ΦΩΤΕΙΝΗ ΤΣΑΛΙΚΟΓΛΟΥ


Photo: © E.KE.BI, 2001. Σταφυλίδου

Βιογραφικό Σημείωμα

Η Φωτεινή Τσαλίκογλου γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης. Είναι καθηγήτρια στο τμήμα Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου όπου διδάσκει Εγκληματολογία και Ψυχολογία.
Τα έργα της περιλαμβάνουν βιβλία Ψυχολογίας και μυθιστορήματα.


Εργογραφία

Πεζογραφία:

Η κόρη της Ανθής Αλκαίου, μυθιστόρημα, Αθήνα, Καστανιώτης, 1996, σελ. 259, ISBN: 960-03-1503-5
Έρως Φαρμακοποιός, μυθιστόρημα, Αθήνα, Καστανιώτης, 1998, σελ. 186, ISBN:960-03-2047-0
Εγώ, η Μάρθα Φρόιντ, μυθιστόρημα, Αθήνα, Καστανιώτης, 2000, σελ. 246, ISBN:960-03-2883-8.

Ψυχολογία:

Σχιζοφρένεια και φόνος: Μια ψυχολογική-εγκληματολογική έρευνα, Αθήνα, Παπαζήσης, 1984, σελ. 267
Ο μύθος του επικίνδυνου ψυχασθενή, Αθήνα, Παπαζήσης, 1987, σελ. 188. ISBN: 960-02-0308-3
Μυθολογίες βίας και καταστολής, Αθήνα, Παπαζήσης, 1989, σελ. 270.
Ψυχο-λογικά, Αθήνα, Παπαζήσης, 1992, σελ. 190. ISBN: 960-02-0921-9
Ψυχο-λογικά: Οι παγίδες του αυτονόητου, Αθήνα, Πλέθρον,1994, σελ. 255. ISBN: 960-348-011-8
Ψυχολογία της καθημερινής ζωής (η κουλτούρα του εφήμερου),Αθήνα Καστανιώτης, 1999, σελ. 301, ISBN: 960-03-2560-Χ

Η συγγραφέας
ΦΩΤΕΙΝΗ ΤΣΑΛΙΚΟΓΛΟΥ

Η γραφή της Φωτεινής Τσαλίκογλου είναι εξαιρετικά επικίνδυνη. Η τόλμη τούτης της γραφής ξεκινά με την έλξη και την απώθηση του αρσενικού, όχι μόνο κάποιου συγκεκριμένου χαρακτήρα μέσα στο αφήγημα, αλλά και του αντίστοιχου αναγνώστη. Η Τσαλίκογλου μας αιφνιδιάζει με ένα αντι-bildungsroman σε πείσμα του ταξιδιού μέσα απ' τον εφιάλτη της εφηβείας προς την "ανδρείωση". (Αυτό ισχύει ακόμα και για την Martha Freud στο πρόσφατο βιβλίο της, Εγώ, η Μάρθα Φρόυντ, παρόλο που ο χαρακτήρας αυτός δεν ανήκει, χρονολογικά τουλάχιστον, στην εφηβεία). Το έχουμε σαν δεδομένο πως το bildungsroman ανήκει στον άνδρα. Κι όταν μια γυναίκα όπως Η Κόρη της Ανθής Αλκαίου, στο πρώτο της μυθιστόρημα, μας οδηγεί μέσα απ' το πέρασμά της προς την ενηλικίωση απαιτούμε να ακολουθήσει τους κανόνες του bildungsroman, δηλαδή τις ανδρικές προδιαγραφές ενηλικίωσης. Αυτή η απαίτηση είναι και το ανδρικό αμάρτημα. Εδώ ο Freud σήκωσε τα χέρια ψηλά μπροστά στη γυναικεία ψυχοσύνθεση. Δεν είχε τίποτα να πει για τη μάνα-γυναίκα του Οιδίποδα ή για την Ηλέκτρα, κι ακόμα λιγότερο για τις ασθενείς που εγκατέλειψε τραυματισμένες.
Η Τσαλίκογλου έχει κάνει μια πολύ γενναία πράξη, και έχει πολλά να πει μέσα από τη λογοτεχνία για αυτά που παρέλειψε ο Freud. Όχι μόνο μας περνάει με μια απατηλή αθωότητα μέσα απ' τα βαθιά νερά του γυναικείου ψυχισμού, αλλά χρησιμοποιεί τη δομή αυτού του ψυχισμού σαν φυσική δομή του "καινούριου μυθιστορήματος". Όπως έκανε και η Μαργκαριτ Ντυράς. Εδώ ο άνδρας αναγνώστης υποπτεύεται (και στο τέλος το καταλαβαίνει έντρομος) πως ο πόνος της γυναίκας διαφέρει από το δικό του πόνο, κι οι φαντασιώσεις της διαφέρουν κατά πολύ, κι αυτό του δημιουργεί ένταση έλξης κι απώθησης. Όλα αυτά σε ότι αφορά την ψυχολογική βάση των αφηγημάτων της, όχι όμως την καθολική, Φροϋδική βάση που εμπεριέχει τη συνέπεια και αποτελεί το λεγόμενο ρεαλισμό. Αυτή καθ' αυτή η αντι-Φροϋδική βάση αναπτύσσεται ως η ίδια η δομή και των τριών μυθιστορημάτων της συγγραφέα. Έτσι, ο προβληματισμός του αναγνώστη με την αντι-Φροϋδική ψυχολογία της Τσαλίκογλου επεκτείνεται και στην αφηγηματική της δομή, η οποία αντιστέκεται στις παραδοσιακές γραμμές. Το μυθιστόρημα για τη συγγραφέα φαίνεται να είναι σαν ένα αρχιτεκτόνημα, έξω από το χρόνο και έξω από τις ψυχολογικές-ορθολογικές συνέπειες που δομούν το ρεαλισμό. Η κατάθλιψη (που είναι και η τελική "κάθαρση") των γυναικών, όπως της Ανθής Αλκαίου, έχει την ιδιότητα να αφαιρεί το συνηθισμένο χρόνο.
Το "σύγχρονο μυθιστόρημα" (που θα μπορούσε να οριστεί ως το πρωτοποριακό αφήγημα που γράφεται από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι σήμερα) έχει πετύχει τελικά μια καθαρή "χωρο-διάσταση" εξαλείφοντας το χρόνο (και ενισχύοντας το χώρο) από την αφήγηση. Βέβαια, ο χρόνος όπως τον αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης δεν αλλοιώνεται, έχει εξαλειφθεί όπως η αναπαράσταση του χρόνου στο ξετύλιγμα της ιστορίας. Το αφήγημα της κόρης για την Ανθή Αλκαίου (ή της Μάρθας για τον Φρόυντ) έχει γίνει ένα αντικείμενο που είναι η ίδια η κόρη σαν αρχιτεκτόνημα: παρόλο που ένα σύγχρονο μυθιστόρημα- όπως ένα κτίριο - δεν μπορεί να ειδωθεί μονομιάς σαν μια ενιαία, ολοκληρωμένη οντότητα, δεν αντιπροσωπεύει μια χρονική συνέχεια - όπως ακριβώς ένα κτίριο. Εφόσον το σύγχρονο μυθιστόρημα δεν αναπαριστά το χρόνο, δεν μας μεταφέρει την παραδοσιακή εικόνα του κόσμου που εξαρτάται από το χρόνο και την αιτίαση. Η αιτία της ασθένειας της Μαμάς, ή η ασθένεια του Φρόυντ, είναι ή ίδια που κάνει την κόρη αυτό που είναι. Συνεπώς, η κόρη δεν έχει άλλη ταυτότητα από το να είναι κόρη της Ανθής Αλκαίου - ούτε άλλο όνομα. Κάτι ανάλογο ισχύει και για τη Μάρθα Φρόυντ. Αυτοί οι χαρακτήρες της Τσαλίκογλου παίρνουν τον αναγνώστη από το χέρι και του μαθαίνουν τα πρώτα μυστικά της γυναίκας. Και εδώ βρίσκεται η πολλή σημαντική προσφορά της στο μυθιστόρημα.

Γιάννης Τσιώλης
Καθηγητής Συγκριτικής λογοτεχνίας ΝΥU.
Καθηγητής φιλοσοφικής Παν/μίου Αθηνών.


Η κόρη της Ανθής Αλκαίου. Αθήνα, Καστανιώτης, 1996, Σελ. 259 ISBN: 960-03-1503-5

Σοφία Λιάκου: -Ποια είναι, τελικά, η κόρη της Ανθής Αλκαίου;

Φ. Τσαλίκογλου: Είναι ένα κορίτσι έντεκα χρόνων, που μεγαλώνει στην Αθήνα, το 1959. Προσπαθεί να μεγαλώσει, καθόλου εύκολη υπόθεση, μια και ζει σ' ένα σπίτι, με μια μάνα που πάσχει από κατάθλιψη. Είναι σαν άγαλμα. Είναι βυθισμένη στη σιωπή, δεν ανταποκρίνεται στο αίτημα της κόρης να την αγαπήσει. Η Ανθή Αλκαίου είναι μια μάνα, που ουσιαστικά προβάλλει σαν μια απουσία. Και η μικρή είναι ένα αθώο μαζί και διαβολικό πλάσμα και ενσαρκώνει τη διπλή φύση όλων των πραγμάτων.
Δίνει έναν απεγνωσμένο αγώνα να κάνει καλά τη μάνα της. Στην πραγματικότητα, κάνω καλά τη μάνα σημαίνει φτιάχνω μια ιστορία. Φτιάχνω μια δυνατότητα ύπαρξης. Η μικρή χρησιμοποιεί όλους τους θεμιτούς και αθέμιτους τρόπους. Φτάνει στα άκρα. Δοκιμάζει και δοκιμάζεται. Είναι ένα συνεχές παιχνίδι με το ακραίο, το οριακό. Μάγια, ξόρκια, μαθήματα άρπας, χειρομαντεία, αυτοτραυματισμοί, σεξουαλικότητα, ακόμα και ο θάνατος, τα πάντα θα επιστρατευθούν από την κόρη, προκειμένου να επιτευχθεί το αδύνατο: η απουσία να μετασχηματιστεί σε παρουσία, να επενδυθεί με λόγο, να ζωντανέψει και να πει "Είμαι εδώ", υπάρχω και μέσα από αυτό να μπορέσει επιτέλους, η μικρή να αποκτήσει ένα όνομα, μια ταυτότητα. Η αγωνία και η περιπέτεια της κόρης θυμίζει την αγωνία και την περιπέτεια της ίδιας της γραφής. Να βάλει μέσα σε τάξη το χάος. Μέσα σε λέξεις, σε φράσεις, σε προτάσεις να παγιδεύσει το απροσδιόριστο, το μη δυνάμενο να ειπωθεί. Εξαιρετικά δύσκολο, όπως καταλαβαίνετε, εγχείρημα γι' αυτό και πιο πάνω μίλησα για οδύνη και απόλαυση, που δεν μπορεί, παρά να συνοδεύει τη λογοτεχνική γραφή.


Δεκέμβριος 1996

…Θα μπορούσε κανείς να φανταστεί απλωμένο αυτό το κείμενο, χωρίς τίτλους, σαν ένα μεγάλο εσωτερικό μονόλογο, ο ποίος θα μπορούσε να είναι ένα εξαίρετο θεατρικό κρυμμένο μέσα στα χειρόγραφα: ίσως έτσι ξεκίνησε κι η ζωή της Ανθής Αλκαίου, ίσως η διπλή ζωή της "τρέλας" μάνας και κόρης, πραγματικής και φανταστικής, να είναι το παιχνίδι που αρχίζει ξαφνικά τον Σεπτέμβρη του 1959 και έτσι απότομα διακόπτεται σαν ένας παροξυσμός ενός λόγου προφορικού και ποιητικού, που συγκρούεται με τις αυτονόητες αλήθειες και πάει ενάντια στη μοίρα, ερωτοτροπώντας με την τέχνη του ψεύδους, όπως έλεγε ο Μάριο Βάργκας Λιόσα. Από την άποψη αυτή η "Κόρη της Ανθής Αλκαίου", της Φωτεινής Τσαλίκογλου, μπορεί να διαβαστεί και έτσι: σαν θεατρικός μονόλογος της κόρης της Ανθής, αυτής της γυναίκας που έμεινε ένας νεκρός ρόλος, δίνοντας την ευκαιρία στη μικρή να μπει στην σκηνή…

Κώστας Καλημέρης
Κριτικός λογοτεχνίας
Περιοδ. ΔΙΑΒΑΖΩ, 1-11-1996



Έρως φαρμακοποιός. Αθήνα, Καστανιώτης, 1998. Σελ. 186 ISBN 960-03-2047-0

Θα μιλήσω πρώτα για το "Στρίψιμο της βίδας" του Henry James, έχω τον λόγο μου. Πολλοί μελετητές της αριστουργηματικής αυτής νουβέλας προσπάθησαν να διαλευκάνουν το εξής μυστήριο: αυτά που συμβαίνουν μέσα στη νουβέλα είναι πραγματικότητα ή είναι μόνο η αρρωστημένη φαντασία της γκουβερνάντας των δύο παιδιών, της Flora και του Miles; Διότι η γκουβερνάντα είναι η μοναδική αφηγήτρια, έχουμε μόνο το δικό της point of view.
Έτσι και μέσα στο μυθιστόρημα της Φωτεινής Τσαλίκογλου. Η μόνη αφηγήτρια είναι η Ελένη. Δηλαδή δεν έχουμε μάρτυρες, δεν ξέρουμε αν τα γεγονότα που συμβαίνουν μέσα στο "Έρως φαρμακοποιός", είναι αληθινά. Και στις δύο περιπτώσεις, αυτή η μονόπλευρη αφήγηση και τεκμηρίωση έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Στο μυθιστόρημα της Φωτεινής Τσαλίκογλου, για αυτό τον λόγο, τα όρια της πραγματικότητας γίνονται θολά και συγκεχυμένα, αφού τα αφηγείται, τα "βλέπει" μόνο ένας ήρωας, η Ελένη.
Και έτσι το βιβλίο κάθε στιγμή είναι έτοιμο να γκρεμιστεί στο κενό, στη μη ύπαρξη και αυτό του χαρίζει την εξαιρετική του δύναμη και παράδοξα την ύπαρξή του…
Το μυθιστόρημα αυτό θα μπορούσε να ονομαστεί το μυθιστόρημα της εμμονής. Όλα τα πρόσωπα βασανίζονται ανελέητα από εμμονές…
Τελικά, δεν ξέρουμε τίποτε για τα πρόσωπα και τις πραγματικές προθέσεις τους. Και όσο προχωράει το μυθιστόρημα, ξέρουμε όλο και λιγότερα. Μεγάλη μαστοριά της συγγραφέως…
Το μυθιστόρημα αυτό μου θυμίζει δύο συγκλονιστικά μυθιστορήματα.: "The comfort of strangers" του Ιαν Μακ Γιούαν και "The driver's seat" της Μύριελ Σπαρκ. Η Φωτεινή Τσαλίκογλου ίσως δεν τα έχει διαβάσει, άρα δεν μπορούμε να μιλήσουμε για επιρροές. Αλλά συγγένειες μεταξύ συγγραφέων υπάρχουν και ανά τους αιώνες και ανά την υφήλιο χωρίς να έχει διαβάσει ο ένας τον άλλον. Τα δύο αυτά μυθιστορήματα έχουν επίσης ήρωες διφορούμενους, γεμάτους εμμονές, όπου τα σύνορα μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας είναι αχνά. Έχουν ακόμη πολύ μεγάλη βία, εσωτερική βία. Τολμώ να πω ότι το μυθιστόρημα της Φωτεινής Τσαλίκογλου κρύβει μια μεγάλη βία και στη γραφή και στην ουσία. Μια βία κάθαρσης, όπως και η βία που υπάρχει στα δύο μυθιστορήματα των ξένων συγγραφέων…

Μαργαρίτα Καραπάνου
Συγγραφέας
Εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 4-1-1998


Ο έρως φαρμακοποιός είναι μια ιστορία απλή, θα έλεγες μονόχορδη. Σαν περιπέτεια ψυχής, ωστόσο, καθόλου απλή, διότι πρέπει να συμπέσουν αποφασιστικές απουσίες, πολλά κενά στη ζωή σου, ώστε ν' αρχίσεις να γεμίζεις τις τρύπες με καλπάζουσα φαντασίωση, παραλήρημα και ψευδαίσθηση. Δεν πρόκειται φυσικά να αποπειραθώ να διαβάσω την φαρμακεία της Φ. Τσαλίκογλου με όρους τυπικής ψυχοπαθολογίας. Και θα ήταν λάθος να συγκαταλεχθεί στα "ψυχαναλυτικά μυθιστορήματα". Είναι, αν μπορεί να σταθεί στο μυθιστόρημα η χρήση όρων από άλλο είδος, ένα "λυρικό" πεζό που καθοδηγεί την ψυχολογία παρά καθοδηγείται απ' αυτήν. Ο ατομικός μύθος της ηρωίδας, της Ελένης, υποστυλώνεται σε μιαν ασταθή ισορροπία από δύο μόνο πρόσωπα, συν ένα "σχεδόν δικό της σπίτι", συν μια παιδική ηλικία που ίσως δεν υπήρξε, που εν πάση περιπτώσει δεν θυμάται. Και τα δύο πρόσωπα, μάνα και πατέρας, φευγάτα, είτε με τον ένα είτε με τον άλλο τρόπο: την απόδραση, το θάνατο ή την αξεπέραστη θλίψη, το σβησμένο βλέμμα, τη "φυσική φθίνουσα πορεία"…

Μάριος Μαρκίδης
Συγγραφέας
Εφημ. Η ΑΥΓΗ, 23-4-1998


Εγώ, η Μάρθα Φρόιντ. Αθήνα, Καστανιώτης, 2000. Σελ. 246 ISBN: 960-03-2883-8

Η Φωτεινή Τσαλίκογλου δεν δυσκολεύτηκε να μπει στο πετσί της Μάρθας Φρόυντ, διότι, τέτοιες γυναίκες υπάρχουν σήμερα μέσα μας και γύρω μας.
Στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε πολλά για τη σύζυγο του Σίγκμουντ Φρόυντ. Μόνον ότι τον παντρεύτηκε στα 25 της στη Βιέννη, ότι έζησε κοντά του πιστή και αφοσιωμένη από το 1886 έως το 1939 που ο Φρόυντ πέθανε στο Λονδίνο, ότι απέκτησε μαζί του έξι παιδιά, από τα οποία η Άννα, που έγινε ψυχαναλύτρια, ήταν η αγαπημένη του και τέλος ότι πέθανε στο Λονδίνο το 1951. Υπάρχουν κάποιες φωτογραφίες της, πολλές ερωτικές επιστολές που της είχε στείλει ο Φρόυντ, και ελάχιστα άλλα ντοκουμέντα. Η Φ. Τσαλίκογλου συμπληρώνει, λοιπόν, τα κενά με τη φαντασία της - που είναι πάντως η φαντασία μιας ειδικού στα μυστικά της ψυχής. Και πλάθει τον μύθο με την ιστορία, μπολιάζοντας με επινοημένα συναισθήματα ή σκέψεις τα πραγματικά περιστατικά που αφορούν τον Φρόυντ, τους συνεργάτες και μαθητές του, τους ασθενείς του και την οικοδόμηση της θεωρίας του. Μιας θεωρίας που απέδειξε ότι υπάρχει η ηθική μιας άλλης αλήθειας πίσω από την επιφάνεια.
Έτσι προκύπτει ένα ατμοσφαιρικό μυθιστόρημα που φωτίζει, μέσα από τον δρόμο της λογοτεχνίας και χωρίς ίχνος διδακτισμού, τη σκοτεινή πλευρά του πατέρα της ψυχανάλυσης αλλά και επίκαιρα ζητήματα της εποχής μας. Ο αναγνώστης ευαισθητοποιείται σχετικά με τη θεραπεία της υστερίας, με την ερμηνεία των ονείρων, με την έννοια της ανάλυσης, αλλά και πλησιάζει τη ζωή του Φρόυντ και το κλίμα της εποχής του. Και ταυτόχρονα διασταυρώνεται με τα θέματα του έρωτα, της γυναικείας σεξουαλικότητας, της τρέλας ή του θανάτου, τα οποία στην αυγή του νέου αιώνα (του 21ου για μας και του 20ού για τον Φρόυντ) βρίσκονται σε μια κρίσιμη στροφή…
Το μυθιστόρημα αυτό λειτουργεί και μυητικά για το ευρύτερο κοινό που, παρακολουθώντας τη δραστηριότητα του Φρόυντ μέσα από τα μάτια της Μάρθας, διαπαιδαγωγείται σε μια επιείκεια απέναντι στο διαφορετικό, απέναντι στην έννοια της ψυχικής αρρώστιας π.χ. ή της διαταραχής και του πόνου.
Μένοντας πιστή στα ιστορικά δεδομένα, στα γεγονότα και στα γραπτά του, η συγγραφέας περιγράφει τις γνωστότερες περιπτώσεις που θεράπευσε π.χ. την περίπτωση της "Άννας Ο", του "Λυκάνθρωπου" της Ντόρα (Ίντα Μπάουερ) κ.α., συνδέοντας την πρόοδο της θεωρίας του με τα περιστατικά της ζωής του π.χ. με το πογκρόμ κατά των Εβραίων, με το ταξίδι του στην Αθήνα το 1903, με τον θάνατο του εγγονού του, με τη φυγή του από τη Βιέννη όταν άρχισαν να καίνε τα βιβλία του…

Μικέλα Χαρτουλάρη
Δημοσιογράφος
Εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 16-10-2000


Με εντυπωσίασε όχι απλώς η πρωτοτυπία, αλλά πολύ περισσότερο το αποτέλεσμα του ασυνήθους αυτού "μυθιστορήματος", που είναι πράγματι ένα μυθ-ιστόρημα: μισό ιστορία και μισό οιονεί μύθος…
Εκείνο που επινόησε η κ.Τσαλίκογλου είναι "ο ψυχισμός της Μάρθας Φρόυντ"…
Οπωσδήποτε η συγγραφέας, που διδάσκει ψυχολογία σε πανεπιστημιακό επίπεδο, έδωσε ένα ψυχαναλυτικά ωραίο βιβλίο, που είναι και μια έκφραση τιμής στον άνθρωπο "που με το έργο του ανέτρεψε όλα τα δεδομένα της ψυχικής μας ύπαρξης"…
Οπωσδήποτε ο αναγνώστης επικοινωνεί με "την ιστορία μιας παράφορα ερωτευμένης γυναίκας" η οποία, βέβαια, τοποθετείται στη Βιέννη του fin de siecle:…

Μ.Γ. Μερακλής
Καθηγητής Παν/μίου Ιωαννίνων
Περιοδικό Η ΛΕΞΗ, 3-4/2001

… Είναι φανερό ότι η Φωτεινή Τσαλίκογλου γνωρίζει τόσο τη φροϊδικη ψυχαναλυτική θεωρία όσο και την πορεία έργου και ζωής του εμπνευστή της. Αυτές, εξάλλου, είναι και οι βάσεις στις οποίες στηρίζει τη μυθιστορηματική περσόνα της Μάρθας Φρόιντ. Ωστόσο ο στόχος της δεν είναι απλώς να ανασυστήσει τη ζωή της με βάση το πληροφοριακό υλικό που η έρευνα θα της προσκόμιζε, αλλά να προσεγγίσει και ακούσει τη μυθιστορηματική εσωτερική φωνή της συντρόφου του Φρόιντ, φέροντας στην επιφάνεια τα συναισθήματα και τις επιθυμίες της, όπως θα γινόταν αν η Μάρθα ψυχαναλυόταν. Έτσι η συγγραφέας προσπαθεί να δημιουργήσει μια βιογραφία ψυχής και υποσυνείδητου. Το ότι είναι και η ίδια ομόφυλη με την Μάρθα Φρόιντ πιστεύω πως παίζει βαρύνοντα ρόλο στη διάπλαση της ψυχολογίας της μυθιστορηματικής της περσόνας και των αντιδράσεών της…

Έλενα Χουζούρη
Ποιήτρια, κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 1-12-2000


…Ένα βιβλίο που ρίχνει φως όχι μονάχα στη γυναικεία αλλά και στην ανθρώπινη ψυχή, εφόσον η συγγραφέας του έχει αποφασίσει να μας χαρίσει χωρίς φειδώ τις γνώσεις της για τα όνειρα, την ψυχανάλυση, τη γυναικεία σεξουαλικότητα, την τρέλα και τον θάνατο. Αλλά με έναν ποιητικότρόπο και μαγευτικό τρόπο…
Ένα πολύτιμο βιβλίο και από πλευράς ψυχολογίας (έρωτας είναι αυτό που δεν γνωρίζεις) αλλά και από ιστορικής πλευράς (Η ιστορία είναι αμείλικτη. Είμαστε στο έλεός της). Που αφορά, φυσικά, και ως γοητευτικό ανάγνωσμα, όλους μας…

Ελένη Γκίκα
Συγγραφέας, δημοσιογράφος
Εφημ. ΤΟ ΕΘΝΟΣ, 23-11-2000

Ένα ταξίδι στα άδυτα της ψυχής και στην αγωνιώδη ανακάλυψη των ανεξιχνίαστων λειτουργιών της. Ένα ταξίδι στις περιπέτειες της γέννησης της ψυχανάλυσης, στις προσωπικές αλλά κι επιστημονικές αναζητήσεις του πατέρα της, Σίγκμουντ Φρόιντ, στα συναισθήματα μιας γυναίκας παράφορα ερωτευμένης μαζί του, της συζύγου του Μάρθας, και στις εκπρόθεσμες απόπειρες αυτοσυνειδησίας της, στη Βιέννη στο γύρισμα του προηγούμενου αιώνα. Η κοινωνική θέση της γυναίκας, των Εβραίων, οι κοινωνικές συμβάσεις και προκαταλήψεις, τα σεξουαλικά ταμπού στην εκπνοή του 19ου αιώνα, στο κατώφλι μιας νέας εποχής, η προδοσία…
Όλα σχεδόν τα γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή των Φρόιντ ζωντανεύουν, όλοι όσοι τους έζησαν ή τους συναναστράφηκαν, μαζί με το ζευγάρι, ανασαίνουν στο αυτί του αναγνώστη, του ψιθυρίζουν τους καημούς και τους πόθους τους, δημιουργώντας μίαν ατμόσφαιρα απρόσμενης οικειότητας, αναστημένοι από την πυρετώδη πένα της Φωτεινής Τσαλίκογλου, η οποία ξεκαθαρίζει πως αυτό το βιβλίο ήθελε να το γράψει "σαν ένα άτομο δίχως ιδιότητες".
Απεκδυόμενη, δηλαδή, τόσο την ιδιότητα της καθηγήτριας της ψυχολογίας όσο ακόμη και αυτή της συγγραφέως…

Ιωάννα Κλεφτόγιαννη
Δημοσιογράφος
Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 6-11-2000


Μάρθα Φρόιντ

Θέλω να γράψω γρήγορα, να βιαστώ. Θέλω να έχω το ύφος, τον ξέφρενο ρυθμό της Φωτεινής Τσαλίκογλου. Θέλω να μιλήσω σαν τη Μάρθα Φρόυντ. Θέλω να γράψω ασυνείδητα. Να γράψω, να μιλήσω σαν τη Μάρθα. Στο βιβλίο της η Φωτεινή Τσαλίκογλου παίρνει ιστορικά γεγονότα και τα μετατρέπει σε φέτες ζωής, έντονες στιγμές, αναλαμπές, σε μία άλλη πραγματικότητα, την πραγματικότητα του ασυνειδήτου και του συνειδητού συγχρόνως. Μπροστά στα μάτια της Μάρθας γίνεται ένας χορός: Των καταραμένων ή των ευλογημένων;
Μάρθα, η ίαση είναι θέμα επιλογής. Η αρρώστια το ίδιο. Η αρρώστια ντύνεται υπέροχα, είναι εξαντλητικά κεφάτη. Η ίαση είναι πιο διακριτική. Μάρθα, η σεξουαλικότητα, ο έρωτας, η τρέλα, ο θάνατος είναι το ίδιο. Σε αρπάζουν και σε κρατάνε στην αγκαλιά τους γεμάτη σκοτάδι. Τι είναι μυθικό; Τι είναι πραγματικό; Ο άντρας σου, ο Σίγκμουντ Φρόυντ, είναι η μόνη αληθινή πραγματικότητα της ζωής σου: Οι άλλοι, η Άννα Ο., ο Φλις, η Ντόρα, ο λυκάνθρωπος και τόσοι άλλοι χορεύουν γύρω από τον Φρόυντ μία Valse hesitation, στριφογυρίζουν σαν αλογάκια στο Λούνα Παρκ, πολλά ασυνείδητα μπλέκονται, κοιτάζονται, βλέμμα αμαρτωλό, βλέμμα σωτήριο… Μάρθα, "έρωτας είναι αυτό που δεν γνωρίζεις".
Μάρθα, δεν γνωρίζεις τίποτα, μόνο τον τυφλό σου έρωτα για τον Σίγκμουντ, την τρελή αγάπη σου. Η ψυχανάλυση γεννιέται μπροστά στα μάτια σου αλλά εσύ βλέπεις μόνο τον αγαπημένο σου. Η Βιέννη χορεύει, λίγο πριν τον αφανισμό της, κι εσύ βλέπεις μόνο σπίτια, δρόμους.
Ο Φρόυντ διαβάζει το τελευταίο του βιβλίο: το Τρυφερό δέρμα του Μπαλζάκ - πονάει αφόρητα. Δεν είναι παράξενο; Αυτός που άλλαξε την έννοια του λόγου πονάει τώρα στο στόμα, στον χώρο του θανάτου και της γέννησης, της ψυχανάλυσης και του ασυνειδήτου.
Τι θα πάρει; Πούρα Perla ή Soberanos, ρωτιόμαστε όλοι με κομμένη την ανάσα. Καπνίζει είκοσι πούρα την ημέρα…
Μάρθα, είπα ψέματα. Όλα τα είδες, όλα τα κατάλαβες. Για όλους είχες συμπόνια.. Μάρθα, σ'αγαπώ…

Μαργαρίτα Καραπάνου
Συγγραφέας
Εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 19-11-2000




Απόσπασμα από το βιβλίο
Εγώ, η Μάρθα Φρόυντ

Ονομάζομαι Μάρθα

ΟΝΟΜΑΖΟΜΑΙ ΜΑΡΘΑ. ΤΟΝ ΑΠΡΙΛΙΟ ΤΟΥ 1882 γνώρισα έναν νεαρό γιατρό. Τον ερωτεύτηκα. Ήμουν είκοσι ενός χρόνων. Παντρευτήκαμε. Ζήσαμε στη Βιέννη, κι όταν άρχισε ο πόλεμος πήγαμε στο Λονδίνο. Το 1939 εκείνος πέθανε. Έζησα ακόμη δώδεκα χρόνια. Πέθανα στο Λονδίνο, στις 2 Νοεμβρίου του 1951.
Ο σύζυγός μου ήταν ερμηνευτής ονείρων. Έγινε διάσημος. Τάραξε με το έργο του τον βαθύ ύπνο των ανθρώπων. Ήταν εβραίος. Εβραία ήμουν κι εγώ. Ο πατέρας του, Ιακώβ, η μητέρα του, Αμαλία. Τον αγάπησα παράφορα. Έγραψα ένα βιβλίο. Όμως, για να γεμίσουν και να έλθουν στο φως οι λευκές του σελίδες, έπρεπε να περάσουν τα χρόνια. Να έχουν όλοι πεθάνει και να μην υπάρχει ούτε ένας μάρτυρας των φοβερών εκείνων χρόνων. Ο χρόνος κύλησε, και κανείς δεν έχει απομείνει. Ήλθε η ώρα και η ώρα είναι τώρα.
Το βιβλίο, ένα μεγάλο πρόσχημα. Για να είμαι εδώ. Λένε "Μάρθα Φρόυντ" και καμία ανάμνηση. Τίποτα. Λένε "Μάρθα Φρόυντ" κι είναι ένα κενό. Μια γυναίκα άγνωστη, σαν μια Μαύρη Ήπειρο ανεξερεύνητη. Έγραψα εντέλει το βιβλίο. Εγώ είμαι. Πιάσε στα χέρια το χαρτί, τα στοιχεία, το μελάνι. Αν αφουγκραστείς λίγο πιο προσεχτικά, θα νιώσεις μια ανάσα. Είμαι εγώ. Η Μάρθα Φρόυντ. Ιδού το ίχνος. Η απόδειξη. Το βιβλίο.
Όσοι παράφορα αγάπησαν, τυχαίνει σπανίως, πολύ σπανίως, μια φορά στα χίλια των χιλίων χρόνια, τυχαίνει ένας από αυτούς, που παράφορα αγάπησε, να αντισταθεί στο θάνατο. Ζει ακόμη! Γεμίζει τις λευκές σελίδες του βιβλίου. Ονομάζει το βιβλίο Εγώ, η Μάρθα Φρόυντ και το παραδίδει στο κοινό.
Αν σήμερα, στο χάραμα του εικοστού πρώτου αιώνα, έλθω να αναγγείλω: "Είμαι ακόμη ζωντανή". Πως θα με ονομάσεις; Αλαφροΐσκιωτη, φρενοβλαβή, ψυχασθενή;
Από τα χρόνια τα παλιά μία μόνο γυναίκα είχε τέτοιο προνόμιο, να ζει ακόμη και μετά το θάνατό της. Το όνομά της, Κασσάνδρα. Γνωρίζει όχι μόνο το πότε, όχι μόνο το που, αλλά και το πώς θα πεθάνει. Είναι καταδικασμένη να ζει κουβαλώντας την παράσταση του θανάτου της. Το έσχατο τέλος της κάθε ελπίδας, αυτή είναι η Κασσάνδρα.
Μη φοβηθώ, όχι μη φοβηθώ. Προπάντων μη φοβηθώ. Μην αποκηρύξω το απίθανο ως ειδεχθές. Έστω κι αν καταληφθώ από αυτό. Δεν είναι αρρώστια, δεν είναι τρόμος το απίθανο. Είναι το μικρό κορίτσι από τη Βιέννη που δε λέει να πεθάνει κι επιστρέφει, επιστρέφει στην άκρη του χαρτιού, στο βιβλίο και στη λέξη, επιστρέφει για να αφηγηθεί την ιστορία και να καταφέρει εντέλει να πεθάνει.
Κουράζεται κανείς να ζει χωρίς εκείνον που παράφορα αγάπησε. Έρωτας είναι αυτή η κούραση. Δεν αγγίζει ποτέ τα όριά της. Ποτέ δεν εξαντλείται. Παγίδες και κινδύνους κρύβει μια τέτοια κούραση. Μια τέτοια κούραση κρύβει την Κασσάνδρα.
Χτες βράδυ την ονειρεύτηκα. Μου άπλωνε το χέρι, μου έλεγε γλυκά και σαν λυπημένα και σαν ήμερα: "Μάρθα Φρόυντ, εσύ απ' όλους τους θνητούς, εσύ κουβαλάς την παράσταση του θανάτου σου. Νόμιζα πως μόνο εγώ. Όμως τώρα είσαι κι εσύ μάντισσα, όπως κι εγώ. Ποιον θεό απέρριψες, ποιον αρνήθηκες και με μια τέτοια φοβερή κατάρα κι εσύ τιμωρήθηκες;"
Δεν απάντησα. "Να γίνουμε σαν αδελφές" της είπα. "Να αγκαλιαστούμε σαν αδελφές. Εσύ να γίνεις εγώ, εγώ να γίνω εσύ". Κι έπειτα την παρακάλεσα: "Άσε με να γράψω αυτό το βιβλίο".
Όχι, δεν είμαι σαν τη Μαύρη Ήπειρο, μια άγνωστη κι ανεξερεύνητη γυναίκα, δεν είναι αλήθεια. Να μιλήσω για μένα, πρώτα για μένα κι έπειτα για εκείνον. "Άσε με αδελφή μου" παρακάλεσα. Και η Κασσάνδρα μου έγνεψε καταφατικά.

Η φωτιά ανήκει στο παρελθόν

ΜΕΝΟΥΜΕ ΣΕ ΕΝΑ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ της πόλης. Άλλοτε ήταν εδώ το Ringtheater, το μεγαλύτερο, το πιο λαμπρό θέατρο της Βιέννης. Πριν από πέντε χρόνια το κτίριο καταστράφηκε από μια μεγάλη πυρκαγιά. Κατεδαφίστηκε. Το χτίσανε και πάλι. Στη θέση του υψώθηκε ένα μοντέρνο συγκρότημα κατοικιών. Ο αυτοκράτορας το ονόμασε "Σπίτι της εξιλέωσης".
Είπες να μείνουμε εδώ. Δεν ήθελα. Όχι, δεν ήθελα. Αλλιώς φανταζόμουνα το σπίτι μας. Αλλιώς. Μακριά από τη φωτιά. Και το καμένο.
8 Maria Theresienstrasse. Είπες να μείνουμε εδώ. Χωρίς να λογαριάσεις το χαμό που προηγήθηκε. Η, ίσως, λογαριάζοντας αυτόν ακριβώς το χαμό και θέλοντας να τον δαμάσεις. Με τεχνάσματα διάφορα να τον μεταμφιέσεις. Εδώ που διάλεξες να ζήσουμε, εδώ ακριβώς έγινε το κακό. Οι νεκροί ήταν αναρίθμητοι. Κάηκαν ζωντανοί. Πύρινες φλόγες έγλειψαν τα σώματά τους. Κι εδώ, που τώρα είναι ο κήπος μας, σκόρπισαν οι σάρκες τους. Λένε πως ήταν τριακόσιοι όσοι δεν πρόλαβαν να σωθούν. Ανάμεσά τους γυναίκες, παιδιά. Έγιναν κάρβουνο.
Φλόγες κολάσεως. Το χτίσανε και πάλι το κτίριο. Αμέσως μετά. Ούτε μια μέρα δεν περίμεναν τα συνεργεία. Από τα χρόνια τα παλιά κανείς εδώ δε θέλει να θυμάται. Όλοι αποστρέφονται το χαμό τους προηγείται. "Suhnhaus". Το σπίτι της εξιλέωσης. Έτσι ονομάζεται το νέο κτίριο. Τη φωτιά στο καταραμένο Ringtheater την έχουν όλοι λησμονήσει.
Θέλησες να μείνουμε εδώ. Εγώ να μεγαλώνω τα παιδιά κι εσύ να γιατρεύεις τους αρρώστους. Δε θέλησα να μένω εδώ. Σε κανέναν δεν το ομολόγησα. Οι συναισθηματισμοί δεν ωφελούν. Είναι ένδειξη αδυναμίας.
Έλα στα συγκαλά σου, Μάρθα. Η φωτιά ανήκει στο παρελθόν. Δες ένα ωραίο, ψηλό, μεγαλοπρεπές, ευρύχωρο κτίριο που χτίσανε στη θέση του.
Η Βιέννη συνεχώς ανακαλύπτει νέους τρόπους να υπερβαίνει τις καταστροφές. Έως πότε όμως; Σε λίγο θα εξαντληθεί. Λίγο ακόμη και όλα θα χαθούν. Όμως δε θα μιλήσω τώρα γι' αυτό. Είμαι ακόμη νέα. Μόλις είκοσι πέντε ετών.
Τη φωτιά τη γνώρισες από παλιά. Την έφτιαξες μόνος σου τη φωτιά. Με τα χέρια σου την προκάλεσες. Θυμήσου. Ήσουν είκοσι εννιά χρόνων. Μάζεψες ό,τι είχες ως τότε γράψει. Έκανες ένα δέμα. Τύλιξες το δέμα. Πλησίασες το τζάκι. Έριξες το δέμα στη φωτιά. Στάθηκες μέχρι τέλους να δεις τη στάχτη.
Ήμουνα τότε στο Wandsbek, μια μικρή πόλη κοντά στο Αμβούργο. Είναι ο τόπος που γεννήθηκα. Στις 28 Απριλίου 1885 μου έγραψες: "Κατέστρεψα όλες μου τις σημειώσεις των τελευταίων δεκατεσσάρων χρόνων… όλες μου οι σκέψεις και όλα μου τα συναισθήματα, για τον κόσμο και για εμένα τον ίδιο, κρίθηκαν ανάξια μίας περαιτέρω ύπαρξης… όσο για τους βιογράφους, άσ' τους να βασανίζονται, δεν έχω καμιά διάθεση να διευκολύνω το έργο τους".
Τα γράμματα, οι σημειώσεις, τα ιστορικά ασθενών, όλα παραδόθηκαν στις φλόγες.
Η πυρκαγιά. Έπειτα η στάχτη. Το βράδυ, και πάλι έρχεται η μυρωδιά του καμένου. Δίχως να το θελήσω, γιατί τις μυρωδιές δεν τις διαλέγεις. Έρχονται αιφνίδια και σε ξεσηκώνουν οι απρόβλεπτες μυρωδιές.
Έπειτα από χρόνια θα πεις: "Ο προορισμός της ύλης είναι να επιστρέφει στο ανόργανο". "Αυτή είναι η κρυφή επιθυμία της ύλης: ο θάνατος". "Η ζωή ονειρεύεται το θάνατο". Γνώριζες από τότε αυτά τα λόγια; Από πόσο παλιά γνώριζες τις κατοπινές σκέψεις;