|
ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΚΑΡΜΠΑΔΩΝΗΣ
Photo:
© E.KE.BI, 2001. Μητρόπουλος
Βιογραφικό σημείωμα
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1953 και σπούδασε
Γαλλική Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο
της Θεσσαλονίκης. Εργάστηκε σε εφημερίδες, στο
ραδιόφωνο και την τηλεόραση, έγραψε σενάρια για
τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ και το σενάριο για την
ταινία του Παντελή Βούλγαρη "Όλα είναι δρόμος"
σε συνεργασία με τον σκηνοθέτη.
Διεύθυνε την εφημερίδα "Θεσσαλονίκη"
και τα περιοδικά "Θ-97" (Βραβείο Ιπεκτσί)
"Τάμαριξ" και "Χίλια Δέντρα".
Τώρα είναι διευθυντής του καλλιτεχνικού περιοδικού
"Πανσέληνος" της Εφημερίδας Κυριακάτικη
Mακεδoνία που τιμήθηκε με το Ευρωπαϊκό βραβείο
European Award News Paperdesign 2000.
Η συλλογή διηγημάτων του "Η Στενωπός των
Υφασμάτων" τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο
Διηγήματος, το 1993.
Εργογραφία
"
Μάτι φώσφορο, κουμάντο γερό, διηγήματα. Θεσσαλονίκη,
Ιανός, 1989. Αθήνα, Καστανιώτης, 1992. Σελ. 121.
ISBN: 960-03-0914-0
" Η ψίχα της μεταλαβιάς, διηγήματα. Θεσσαλονίκη,
Τραμ, 1990.
" Η Στενωπός των Yφασμάτων, διηγήματα. Αθήνα,
Καστανιώτης, 1992. Σελ. 112. ISBN: 960-03-0912-4
" Πάλι κεντάει ο στρατηγός, διηγήματα. Αθήνα,
Καστανιώτης, 1996. Σελ. 132. ISBN: 960-03-1726-
7
" Ακριανή λωρίδα - Η ψίχα της μεταλαβιάς,
διηγήματα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1998. Σελ. 97.
ISBN: 960-03-2079-9
" Γερνάω επιτυχώς, μυθιστόρημα. Αθήνα, Κέδρος,
2000. Σελ. 233. ISBN: 960-04-1857-8
Μεταφράσεις
Στα
Γερμανικά
Επιλογή
19 διηγημάτων από τις τρεις πρώτες συλλογές με
γενικό τίτλο Der Staatsanwalt im Nebel (0 εισαγγελέας
εν ομίχλη) Romiosini, 1998, Σελ 138. ISBN: 3-929889-21-8
Griechische
Erzahlungen, Ανθολογία, Insel Verlag, Franfurt
am Main und Leipzig, 1991 ISBN: 3-458-16196-1
Το διήγημα Pater Loukas der Geringsten einer (Πάτερ
Λουκάς ελάχιστος) από τη συλλογή "Μάτι Φώσφορο
κουμάντο γερό".
Griechische
Erzahlungen, Ανθολογία, DTV, 1993, ΙSBN: 3-423-11692-
7
Το διήγημα Das Vipernwasser (Τo ασπιδόνερο) από
τη συλλογή "Μάτι Φώσφορο κουμάντο γερό".
SALONIKI
ERZΑHLT, ανθολογία, εκδόσεις ROMIOSINI, ISBN:
3-923 728-38-7
Το διήγημα Das ausgerichete Stilett (Ζυγισμένο
στιλέτο) από τη συλλογή "Μάτι Φώσφορο κουμάντο
γερό".
Στα
Αγγλικά
Στο
περιοδικό ΜΟNDΟ GRECO, Νο 4, Fall 2000, ISSN:
0891-7213
Το διήγημα Madame Soso takes a stroll (Η κυρία
Σωσώ θα βγει βόλτα}από τη συλλογή "Πάλι κεντάει
ο στρατηγός".
Στα Γαλλικά
DESMOS
(Le Lien, Revue - περιοδικό) 2, Hiver 2000, ISBN:
2-911427 -16-5
Το διήγημα Le pharmacien dans le jardin (Ο φαρμακοποιός
στον κήπο) από τη συλλογή "H Στενωπός των
Υφασμάτων".
Στα
Ολλανδικά
Ga
de klokken Iuiden, ανθολογία, επιμέλεια Hero Hokwerda,
εκδόσεις MEULENHOFF, AMSTERDAM, 1997 ISBN: 90
290 5405 0 / CIP / NUGI 301
Το διήγημα Ousour (Ουσούρ) από τη συλλογή "Η
ψίχα της μεταλαβιάς".
Στα Τσέχικα
Ceme
olivy(ανθολογία) εκδόσεις Aspida, Praha, 2000,
ISBN: 80-161-73-07-0
Το διήγημα Cyclista zahyra primo (Ο ποδηλάτης
στρίβει ευθεία) από την συλλογή
"Πάλι κεντάει ο στρατηγός".
Στα Ιταλικά
RACCONTO,
τεύχος 21. Ιανουάριος - Φεβρουάριος - Μάρτιος
1996. Το διήγημα La batteria fuori della piano
regolatore. (Η ντραμς εκτός σχεδίου πόλεως) από
τη συλλογή "H Στενωπός των Υφασμάτων".
Ο συγγραφέας Γιώργος Σκαρμπαδώνης
Ένας
εν ενεργεία στρατηγός, οδεύοντας προς τα στενά
των υφασμάτων της λήθης για να κεντήσει. με τον
άρτο της μετάληψης ένα μάτι στο φώσφορο, αίφνης
ανάβει "αλάρμ" και πιάνοντας ακριανή
λωρίδα αναλογίζεται: "Γερνάω επιτυχώς"
;
Ο
στρατηγός θα μπορούσε να είναι εισαγγελέας στην
ομίχλη παλιμπαιδίζων νοσταλγικά η ένας πλανόδιος
στιχοπλόκος, μία ευγενής παρωχημένη κυρία που
αισθάνεται τις μορφές των πραγμάτων, ένας γυμναστής,
ένας ποδηλάτης η ένας βιρτουόζος ποδοσφαιριστής,
ακόμα κάποιος μοναχός η ασκητής, ένα παιδί απανθρακωμένο
από κεραυνούς η μία γυναίκα, πάλι, φλεγόμενη στο
αστροπελέκι· μα και άλλοι, παράξενοι άνθρωποι:
κάποιος που αφρίζει με οδοντόκρεμα και σκηνοθετεί
κρίσεις επιληψίας με το αζημίωτο, μία πυρωμένη
γυναίκα που περπατά σαράντα χρόνια την ίδια διαδρομή,
καθημερινά, για να συναντήσει τον εχθρό εραστή
της στα ορεινά της φαντασίας της, ένας συνταξιούχος
ντράμερ βυθισμένος στη διαπασών της ερημιάς του,
κάποια που κολυμπώντας μαύριζε εκ των ένδον, ένας
εκφωνητής επαρχιακών αγώνων ποδοσφαίρου που αναπαράγει
στο καφενείο αρχαίες φάσεις. Ανάμεσα τους και
πρόσωπα ιστορικά σε τόπους πασίγνωστους αλλά ταυτόχρονα
μυστικούς και ακραίους.
Θέματα καθημερινά, με μία λανθάνουσα υπερένταση,
κωμικά επεισόδια της στρατιωτικής θητείας, κολυμβητικές
ραψωδίες στον μέσα βυθό, ιστορίες της φυλακής,
ιστορίες σε μοναστήρια, σε μακρινές διαδρομές
πάνω σε μαύρους αυτοκινητόδρομους, δρόμοι γεμάτοι
επιγραφές (ας πούμε ο γραφίτης έξω από γραφείο
κηδειών: "σε περίπτωση αναστάσεως το φέρετρο
επιστρέφεται") που αναστρέφουν το κλίμα απροσδόκητα,
σφαγεία, καπνοχώραφα, συνεργεία αυτοκινήτων όπου
κατασκευάζεται καροτσάκι με λαμπιόνια για το αναμενόμενο
μωρό, μυλόπετρες για ταφικά μνημεία, κυνηγοί θηραμάτων
και θησαυρών, λαθροθήρες, ψαροτουφεκάδες, τερατολογίες,
αθλητικά, οδοκαθαριστές της νύχτας, κινήσεις παραλογισμού
ή εμμονές (κάποιος εντοπίζει έναν προσωπικό χωματόδρομο
και ανάβει τα φώτα του αυτοκίνητου του μες στα
χωράφια κάνοντας σήματα ακατάληπτα στα διερχόμενα
τραίνα, κάποιος θάβει έναν φίλο του με το ακουστικό
στο αφτί και το τρανζίστορ να τον ταξιδεύει στα
τραγούδια του Άδη, πολλές ιστορίες του νερού,
ιστορίες με ψάρια (από γριβάδια του ενυδρείου
μέχρι φάλαινες και ψαράκια μαύρα του ύπνου), ιστορίες
με ζώα ή έντρομα πουλιά.
Συμβαίνουν επίσης συχνές, ξαφνικές, εμφανίσεις
προσφιλών προσώπων από την άλλη όχθη της ζωής,
"μες στους ατμούς της μνήμης" που επανέρχονται
να δουν πώς είναι το σπίτι ή τι κάνουν τα μελίσσια
τους και ζουν ανάμεσα στους άλλους ήρεμα, σαν
εφέστιες θεότητες που θεμελιώνουν τούς μυστικούς
δεσμούς των επιζώντων.
Και μέσα σ' όλα ή ηδονή των μηχανών, σε στροφές
ιδεώδεις και κόντρες επί ματαίω με αυτοκίνητα,
σταθμοί λεωφορείων όπου διαχέονται απλές αφηγήσεις
ανθρώπων άπληστων ή ταπεινών, με ρανίδες μαγικής
πραγματικότητας, στον αστερισμό του Κορτάσαρ και
άλλες λατινοαμερικάνικες ανταύγειες σε νευρικά
παιδιά με στιλέτα στα δάχτυλα, απόηχοι εκλεπτυσμένου
υπερρεαλισμού.
Ήθελα να πω ότι ένα υπόδειγμα λάμπρου κειμένου
αυτής της πτέρυγας εμφανίζεται "Όταν θ' αστράψει
η σκοτεινή πολεμίστρα" που διαχέεται ταχύτατα
στο όριο μεταξύ φαντασίωσης και ακαριαίου θαύματος,
αλλά όλα τα διηγήματα σχεδόν του Γιώργου Σκαμπαρδώνη
στηρίζονται σε μία ποιητική λάμψη και αποτελούν
- δυνάμει - πυρήνες αφανών μυθιστορημάτων, είδος
που ολοκλήρωσε για πρώτη φορά πρόσφατα, με τον
στρατηγικό συλλογισμό: Γερνάω επιτυχώς.
Στο βιβλίο αυτό, το ίδιο αφηγηματικό πεδίο (με
παρόμοιο τοπίο και συγγενές γλωσσικό ιδιοσκεύασμα)
εκτείνεται κυκλωτικά η αβέβαιη μοίρα μιας αθόρυβης
γυναίκας που αφηγείται τις τυραννίες του βίου
της μπροστά στο φακό, θα έλεγε κανείς, με την
μορφή τεχνηέντως αμοντάριστων πλάνων, χρονικά
ακατάστατο, καταιγιστικό, με υπερβάσεις αιφνίδιες
του ρεαλισμού και διήθηση της πικρίας μιας ασήμαντης
ζωής στα φωτεινά νερά του ονείρου.
Σ' έναν κόσμο που ο ερωτάς απονέμεται ως τιμωρία,
ο στρατηγός σβήνει. τα αλάρμ και ξεχύνεται κεντώντας
χιλιόμετρα στην εθνική.
Δημήτρης
Καλοκύρης
Συγγραφέας
Τι
έγραψε ο Τύπος για τα βιβλία του
ΓΙΩΡΓΟΥ
ΣΚΑΡΜΠΑΔΩΝΗ
(αποσπάσματα
από κριτικές και συνεντεύξεις)
Μάτι
φώσφορο, κουμάντο γερό, διηγήματα. Θεσσαλονίκη,
Ιανός, 1989. Αθήνα, Καστανιώτης, 1992. Σελ. 121.
ISBN: 960-03-0914-0
Ο
Σκαμπαρδώνης πετυχαίνει σε μεγάλο βαθμό κάτι που
οι περισσότεροι καθιερωμένοι πεζογράφοι μας αδυνατούν
ή απαξιούν να κάνουν: να δουν με καινούργιο μάτι
τη σύγχρονη ζωή, να την αγγίξουν να την ψηλαφίσουν,
να την αισθανθούν, και να αποστάξουν από αυτήν
όση ομορφιά, ποίηση, ανθρωπιά, αλλά και μυστήριο
και αντιφατικότητα και τραγικότητα έχει να μας
δώσει...
Δημοσθένης
Κούρτοβικ
Συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ,11.4.1990
Η
Στενωπός των Yφασμάτων, διηγήματα. Αθήνα, Καστανιώτης,
1992. Σελ. 112. ISBN: 960-03-0912-4
...
εκείνο που εντυπωσιάζει στα διηγήματα του Σκαμπαρδώνη
είναι η καθαρότητα του σχεδίου, η τοποθέτησή του
σε ένα πλαίσιο χωροχρονικό χωρίς ομίχλες η απουσία
του φλου αρτιστίκ, η με δυο λόγια επιστροφή στη
πλάγια απαίτηση κάθε πεζογραφίας: το κέντρισμα
του ενδιαφέροντος του αναγνώστη. Και μαζί με όλα
αυτά, το ξεπέρασμα της ηθογραφίας, από μια πινελιά
μεταφυσικής, που είναι ίδιον του μεγάλου αρτίστα.
Βασίλης
Βασιλικός
Συγγραφέας, Πρέσβης της Ελλάδας στην UNESCO
Περιοδικό Η ΛΕΞΗ, Αρ. 133, Ιανουάριος - Φεβρουάριος
1993
Η Στενωπός των Yφασμάτων, διηγήματα. Αθήνα, Καστανιώτης,
1992. Σελ. 112. ISBN: 960-03-0912-4
Κύριο
χαρακτηριστικό των διηγημάτων του Γιώργου Σκαμπαρδώνη
είναι η θαυμαστή οικονομία του λόγου, η εύστοχη
περιγραφή προσώπων και καταστάσεων και το ξάφνιασμα
με το οποίο κλείνει το καθένα τους- που ορίζει
μαζί και το "ζουμί" της ιστορίας...
Έως αριστούργημα μπορείς να πεις το τελευταίο
της συλλογής διήγημα "Ο εισαγγελέας εν ομίχλη"...
Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης παίρνει θέση επάξια ανάμεσα
στους - λίγους - άριστους σημερινούς πεζογράφους
μας.
Κώστας
Τσαούσης
Κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ.ΕΘΝΟΣ,11.5.1992
Η Στενωπός των Yφασμάτων, διηγήματα. Αθήνα, Καστανιώτης,
1992. Σελ. 112. ISBN: 960-03-0912
...
Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης, με απέριττο ύφος και οικονομία
στα σχήματα λόγου ή τις ποιητικές εξάρσεις, εναλλάσσει
στη διήγηση του δυναμικές εικόνες, αποφεύγοντας
τις στατικές παραστάσεις. Η περιγραφή κεντρώνεται
κυρίως σε ανθρώπους και καταστάσεις, ενώ τα γεγονότα
αναδιατάσσονται χρονικά, συχνά ανασκευάζονται
ή αλλάζει η οπτική γωνία, ώστε η γραμμή της ανιστόρησης
να προκαλεί τη έκπληξη...
Μάρη
Θεοδοσοπούλου
Κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΕΠΟΧΗ, 24.5.1992
Πάλι
κεντάει ο στρατηγός, διηγήματα. Αθήνα, Καστανιώτης,
1996. Σελ. 132. ISBN: 960-03-1726- 7
Τρία
στοιχεία ξεχωρίζουν στη συλλογή του Γ. Σ. η ειρωνική
απόσταση του αφηγητή από τα δρώμενα, οι φανταστικές
ή υπερφυσικές διαστάσεις που παίρνει κατά τόπους
η πλοκή και ο ενεστώς χρόνος της δράσης. Και τα
τρία δεν είναι ακριβώς νεόκοπα. Ο Σκαμπαρδώνης
τα χρησιμοποίησε από την πρώτη του εμφάνιση και
δεν τα απομάκρυνε ποτέ από τη δουλεία του. Στο
"Πάλι κεντάει ο στρατηγός", ωστόσο,
τους αναθέτει κυρίαρχο ρόλο, προσδιορίζοντας μέσα
από αυτά και η λογοτεχνική του ταυτότητα...
Βαγγέλης
Χατζηβασιλείου
Κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 26.3.1997
Ακριανή
λωρίδα - Η ψίχα της μεταλαβιάς, διηγήματα. Αθήνα,
Καστανιώτης, 1998. Σελ. 97. ISBN: 960-03-2079-9
Διηγήματα
για μοναχικούς, σχεδόν ασκητικά αλλά ταυτόχρονα
παράδοξα θελκτικά, παντρεύουν δύο εποχές. Στους
σημερινούς αλλοπρόσαλλους καιρούς, όταν οι άνθρωποι
συνωστίζονται και επείγονται βυθισμένοι σε ατέρμονη
μοναξιά και πλήξη, αντιπαραθέτουν μία ηρωική εποχή
κάπου στις αρχές του αιώνα, τότε που οι Έλληνες
ήξεραν να γλεντούν αλλά και να πολεμούν, τον καιρό
που στη ζωή τους υπήρχε χώρος για το θαυμαστό...
Μάρη Θεοδοσοπούλου
Κριτικός λογοτεχνίας
Περιοδικό ΑΝΤΙ, Αρ.451,Νοέμβριος 1990
Γερνάω
επιτυχώς, μυθιστόρημα. Αθήνα, Κέδρος, 2000. Σελ.
233. ISBN: 960-04-1857-8
Τιμημένος με το κρατικό βραβείο πεζογραφίας, ο
Γιώργος Σκαμπαρδώνης είναι ένας από τους αναγνωρισμένους
συνεχιστές της πλούσιας ελληνικής διηγηματογραφικής
παράδοσης. Το τελευταίο του βιβλίο "Γερνάω
επιτυχώς" είναι μια νουβέλα πou η επιτυχία
της συνίσταται στο ότι αποδίδει την ουσία της
γνωστής θυμοσοφικής κουβέντας "Η ζωή είναι
ένα τίποτα". Καλύπτοντας τον κύκλο μιας ζωής
- σημαντικά και ασήμαντα επεισόδια από την Κατοχή
μέχρι τη δεκαετία του '80 - το έργο αφήνει στο
τέλος τη γνωστή αίσθηση ότι ο χρόνος κύλησε χωρίς
να καταλάβουμε πώς, το ότι ενώ καθώς συνέβαιναν
τα γεγονότα έμοιαζαν σκληρά και αδυσώπητα, όταν
τα χρόνια πέρασαν όλα δείχνουν να αιωρούνται ανάμεσα
στο όνειρο και την πραγματικότητα έτσι ώστε να
αναρωτιόμαστε αν πράγματι τα ζήσαμε.
Ελισάβετ
Κοτζιά
Κριτικός λογοτεχνίας
Περιοδικό ITHACA, No 9, Μάιος - Ιούνιος 2001
Γερνάω
επιτυχώς, μυθιστόρημα. Αθήνα, Κέδρος, 2000. Σελ.
233. ISBN: 960-04-1857-8
...
Ο Σκαμπαρδώνης αποδέχεται πλήρως την οπτική της
ηρωίδας του, αναπαράγει τον λόγο της, κοινό προφορικό
λαϊκό λόγο, με τον τρόπο της εκφοράς του, την
αμεσότητά του, τα σπαράγματά του, την ελλειπτικότητά
του, αναδεικνύει τον τρόπο πρόσληψης των συμβάντων
της ζωής με την υπερβολή, τις προλήψεις, τις φοβίες,
το όνειρο και τη φαντασία, τον ωμό ρεαλισμό πολλές
φορές, και ανασυνθέτει τελικά τον κόσμο μιας λαϊκής
γυναίκας τη μεταπολεμική περίοδο, στη σκληρή επαρχία...
Το "Γερνάω επιτυχώς" είναι μια άκρως
ενδιαφέρουσα μυθοπλαστική σύνθεση και ένα εξαιρετικά
ελκυστικό ανάγνωσμα.
Κώστας
Καρακώτιας
Κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. Η ΑΥΓΗ, 8.2.2001
Γερνάω
επιτυχώς, μυθιστόρημα. Αθήνα, Κέδρος, 2000. Σελ.
233. ISBN: 960-04- 1857-8
…
Εκείνο ποu κυρίως τον ξεχωρίζει είναι: Από τη
μια η γραφή του με τις διαδοχικές κορυφώσεις και
τις αλλεπάλληλες uψηλές εντάσεις. Σαν κάθε (σύντομο)
κεφάλαιο να είναι ένα απογυμνωμένο καλώδιο υψηλής
τάσης, καθώς παράλληλες ιστορίες τέμνονται με
τη βασική ιστορία της ηρωίδας και κρατούν διαρκώς
το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Από την άλλη είναι
ο μετρημένος, ο "ακριβός", λόγος του
και το ύφος του που περνά από τον σκληρό ρεαλισμό,
την ειρωνεία και τον σαρκασμό στη λιτή ποιητικότητα,
από την ντοκιμαντερίστικη ματιά στην εκστατική
ματιά, από την πραγματικότητα στο όνειρο ή την
έκπληξη, μεταγγίζοντας στον αναγνώστη αλήθειες
χωρίς να τις αναλύει…
Μικέλα
Χαρτουλάρη
Δημοσιογράφος
Εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 30.11.2000
Διηγηματογράφος
εκ πεποιθήσεως, με αξιοσύστατες, από κάθε άποψη,
επιδόσεις στο είδος, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης δοκιμάζει
με το Γεpvάω επιτυχώς για πρώτη φορά ης δυνάμεις
του στο μυθιστόρημα. Και, ας το πω εκ προοιμίου,
τα καταφέρνει μια χαρά - πιθανόν επειδή φροντίζει
να διατηρήσει και στη μυθιστορηματική του σύνθεση
την ελαστική φόρμα και την ελλειπτική δομή των
διηγημάτων του. Πράξη σοφή, που προδίδει και μια
πολύ συγκροτημένη συγγραφική συνείδηση...
Ένα δεδομένο, που κάνει το σκηνοθετικό μηχανισμό
του βιβλίου τού Σκαμπαρδώνη τόσο αποτελεσματικό,
είναι η μέθοδος των αφηγηματικών του αναδρομών:
άτακτες, ασυνεχείς και αποσπασματικές επιστροφές
σε ποικίλες (παλαιότερες ή νεότερες) φάσεις του
παρελθόντος συνθέτουν μιαν έκκεντρη, σκοπίμως
διαφεύγουσα εικόνα, που αποδεσμεύει τη φυγόκεντρη
δυναμική της πλοκής και καθιστά αυτομάτως μάταιο
(μα και άχαρο ή άστοχο) κάθε αίτημα πληρότητας:
η ζωή της αφηγήτριας είναι μια ζωή σε αποσπάσματα
- ό,τι πρόλαβε να αποθηκεύσει στο θυμητικό της
από τη μακριά αλυσίδα μιας καταθλιπτικά αδιαφοροποίητης
διαδρομής. Πεζογράφος με μεγάλα αποθέματα, ο Σκαμπαρδώνης
κατορθώνει να μας εκπλήσσει ευχάριστα σε κάθε
σχεδόν βιβλίο του.
Βαγγέλης
Χατζηβασιλείου
Κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 16.2.2001
Γιάννα Καμπουρίδου:
Oι ήρωές σου, με οποίον τρόπο κι αν ασχοληθείς
μαζί τους είναι εν τέλει θετικοί - με την έννοια
της γενναιοδωρίας. Εντάσσεται κι αυτό σ' εκείνο
που είπες ότι ο λογοτέχνης πασχίζει να κατανοήσει
τον κόσμο γύρω του;
Γιώργος
Σκαμπαρδώνης:
Να τον κατανοήσει βαθύτερα, να τον μεταπλάσει
λογοτεχνικά και, έστω δια του εξευτελισμού ή της
διαστολής, να τον αναβιβάσει υψηλότερα. Ναι, πρόκειται
για κατάφαση. Ο άνθρωπος δεν είναι ποτέ έτσι ή
αλλιώς. Υπάρχει ο ίδιος, οι καταστάσεις και η
μοίρα. Τίποτε απ' αυτά δεν αναλύεται επακριβώς,
ούτε παραμένει σταθερό. Ο άνθρωπος είναι πολύπλοκος,
πολυεδρικός, ρευστός κι εκπληκτικός με την έννοια
ότι δεν ξέρεις τι θα κάνει την επόμενη στιγμή
κι αφού, στο βάθος, δεν κατέχει ούτε καν τον εαυτό
του. Η τελική θετικότητα των ηρώων , δεν είναι
ηθική αναγνώριση από μέρους μου, αλλά αποδοχή
και κατάφαση στην τραγωδία του σαρκασμού της ζωής.
Κυρίως, δε, διακριτικός συγκλονισμός απ' τη φανερή
και κρυφή της ποίηση.
Περιοδικό
ΡΑΔΙΟ-ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ
Αρ. 13, Σεπτέμβριος 1991
Απόσπασμα
από το βιβλίο Γερνάω επιτυχώς, μυθιστόρημα, Αθήνα,
Κέδρος, 2000. Σελ. 233. ISBN: 960-04- 1857-8
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Το
πεθαμένο μωρό
Eιμαι
έγκυoς στην Περσεφόνη, τότε, και μένω στον Έβρο.
1957.
Η Ελένη η φιλενάδα μου ζει στην Καβάλα, στο Πράβι.
Έγκυος κι αυτή.
Πάω να τη δω. Την πιάνει πόνος, άρχισε να τσιρίζει,
φωνάζει να 'ρθει ο άντρας της.
Κι εκείνoς έρχεται.
Το σπίτι καινούργιο, με πέτρινο κεραμίδι, είναι
ψηλά, απάνω στο βουνό.
Aνεβαίνει ο άντρας της και τραβάει ίσια κατά τα
κρεμμύδια. Eίχε σπαρμένα κρεμμύδια, πιο πάνω απ
το σπίτι.
Καλέ, έλα δω, του λέω, η Ελένη θα πεθάνει.
Άσε, λέει, θα πάω να δω τα κρεμμύδια μου που φτερώσαν.
Αυτή δεν έχει ανάγκη.
Βρε, άσε τα κρεμμύδια σου κι έλα δω.
Τίποτε.
Ε, φωνάζουμε. έναν στρατιωτικό γιατρό απ' την
Καβάλα γιατί την πήρε αιμορραγία.
Eίναι και μια μαμή στο Πράβι, αλλά έχει πάει αλλού.
Έμεινε μόνο μια νοσοκόμα, που ήξερε λιγάκι, ας
πούμε. Μια χαζούλα είναι κι εκείνη - τέλος πάντων.
Εγώ πολλά πράματα δεν ξέρω.Τι να της κάνω, της
σηκώνω μόνο τα πόδια και της βάζω μαξιλάρια. Αυτό
ξέρω.
Σε λίγο έρχεται κι ο γιατρός. Φοράει ένα ωραίο,
χακί, φρεσκοσιδερωμένο παντελόνι.
Α, δεν πιάνω αίματα, λέει, έχω καθαρό παντελόνι,
με φρέσκια τσάκα, θα το λερώσω.
Και στέκεται πίσω. Στέκεται μόνο και βλέπει. Τι
να κάνω κι εγώ, σηκώνω -σηκώνω τα πόδια. Κι έχω
δίπλα μιαν άσπρη λεκάνη. Και πετσέτες καθαρές.
Κι ώσπου να 'ρθει η νοσοκόμα, πέφτει το μωρό.
Πέφτει το μωράκι μέσα στα χέρια μου. Μικρό είναι,
δεκαπέντε πόντοι... Πώς είναι η μικρή η κούκλα...η
λαστιχένια... έτσι είναι...ίδια... κουνάει τα
μάτια του... τα χέρια του... κουνάει τα ματόκλαδα.
Είναι ζωντανό ακόμα και τα κουνάει... μες στα
αίματα.
Κοριτσάκι.
Ο άντρας της Ελένης, τίποτα. Eκεί απάνω, στα κρεμμύδια
του.
Ανεβαίνω, του λέω, έλα, γρήγορα...
Τίποτα εκείνος.
Μου λέει, όλα τα κρεμμύδια βγήκαν...ούτε ένα δεν
έμεινε που να μη βγει...
Βρε, δεν θα ζήσει, του λέω.
Τίποτα.
Ύστερα πάει η ίδια η νοσοκόμα και του παραγγέλνει,
τρέχα, η γυναίκα σου θα πεθάνει.
Κι έτσι έρχεται.
Το μωρό είναι στον πέμπτο μήνα. Μέσα Μαΐου.
Πέθανε.
Ειδοποιούμε
την πεθερά. της.
Έρχεται η πεθερά της, παίρνει το πεθαμένο μωρό,
το τυλίγει σε ένα σεντόνι, μαζεύει και τις ματωμένες
κουβέρτες, τα κάνει όλα μια κουβάρα και τα πετάει
μέσα στο βαρέλι με τα σκουπίδια.
Ζούσε
το μωρό όταν βγήκε. Το κρατούσα μες στις χούφτες
μου... Πώς είναι οι μικρές κούκλες οι λαστιχένιες
που παίζουν τα μάτια; 'Έτσι. Ολόιδιο ήταν... μες
στα αίματα. Πρώτη φορά είδα τέτοιο μωρό.
'Έκανα κι εγώ πεθαμένο μωρό... Όταν έμεινα έγκυα
τpίτη φορά. κι ήμουνα στον Έβρο, στα Φέρρα.
Μετά απ' το τρίτο μου, το πεθαμένο, δεν μπορούσα
να ξαναγεννήσω.
Αλλά έλεγα να κάνουμε ακόμα ένα παιδί, να δεθούμε
με τον άντρα μου. Γεράσαμε και δεν δενόμασταν.
Δεν με καθάρισε, όμως, καλά ο γιατρός απ' το πεθαμένο.
Μετά
το τρίτο, το νεκρό, έρχομαι στη Θεσσαλονίκη και
κάνω θερμομετρήσεις. Κάνω σαλπιγγογραφία - τότε
έφερα και την μια μου την κόρη, την μικρή, την
Ανδρομάχη, για να κάνει εγχείρηση κρεατάκια.
Έχουμε, εδώ, έναν γιατρό γνωστό, τον Εφταδάχτυλο.
Η σαλπιγγογραφία πονάει πολύ, χειρότερα απ' τη
γέννα.
Εκείνη τη μέρα με πιάνει τέτοιος πόνος που κλαίω
συνέχεια. Όλη την Αριστοτέλους στα γόνατα τη γύρισα.
Την παράλλη έχω ραντεβού με τον γιατρό για να
με καθαρίσει.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
2
Βάλτε
την για Καισαρική να τελειώνουμε
Στην
εγκυμοσύνη μου, πάντα, λιποθυμούσα όταν έβλεπα
νερό.
Άμα έβλεπα ποτήρι γεμάτο νερό , άμα έβλεπα βρύση,
ποτάμι, λιποθυμούσα, αλλά δεν ήξερα γιατί.
Δεν ήξερα τι είχα.
Πρώτη φορά το παθαίνω όταν ήμουνα στη Θεσσαλoνίκη
- είχαμε πάει επίσκεψη στον Άγιο Αθανάσιο.
'Όπως περπατάω και βλέπω ξαφνικά, κάτω, τη θάλασσα,
λιποθυμάω.
Ύστερα παθαίνω το ίδιo άμα βλέπω κανάτα, ή ποτήρι
με νερό: πέφτω αμέσως κάτω.
Αφού ο γιατρός μου το απαγόρεψε εντελώς το νερό
και τ' αλάτι.
Τα κόβω με το μαχαίρι.
Δεν βάζω καθόλου αλάτι στο φαΐ.
Για να μη ζητάω νερό και βάλω και κιλά.
Μου λέει ο γιατρός και πίνω γκαζόζες "Μπίλλια".
Από κείνα τα μπουκαλάκια τα μικρά, με το πράσινο
καπάκι και τα εφτά αστέρια. Μια γκαζόζα έπινα,
κάθε τρεις μέρες.
Μόνο
στην εγκυμοσύνη το πάθαινα αυτό. Το φόβο με το
νερό, όταν ήμουvα έγκυα στο δεύτερο, στην Ανδρομάχη,
τον κατάλαβα στον πέμπτο μήνα. Στο Σταθμό, στα
Σέρρας, που ήμασταν τότε. Κάποιος ζήτησε, δίπλα,
να πιει νερό.
Και μόλις βλέπω το ποτήρι, πέφτω κάτω.
Είχα βάλει, τότε, πολλά κιλά, δεν μπορούσα να
περπατήσω.
Με κρατούσαν απ' τη μέση, αλλιώς δεν μπορούσα
να σταθώ.
Το
δεύτερο, την Ανδρομάχη, το 'κανα Καισαρική.
Έκλαιγα πολύ εκείνο τον καιρό κι ο οργανισμός
μου στράγγιξε και τραβούσε τα υγρά.
Είχα πολύ μεγάλη κoιλιά και μου λεν ότι θα κάνω
τέσσερα. Έχω για τέσσερα παιδιά νερό μέσα στην
κoιλά μου.
Κρατάω όλα τα νερά, δεν βγάζω τίποτα. Τα κρατούσε
ο οργανισμός μου και φοβόμουνα ότι θα 'πνιγε τα
μωρά.
Μέχρι την τελευταία ώρα μού λένε ότι έχω τέσσερα.
Απ' τον έκτο μήνα που με είδε στο δρόμο ο Τζωνής
ο γιατρός, μου λέει να ετοιμάσω φασκιά και ρούχα
για τετράδυμα.
Πάω
να γεννήσω την Ανδρομάχη, κι έρχομαι, εδώ, στην
κλινική "Μητέρα". Στη Θεσσαλονίκη.
Κι είναι τρεις γιατροί, ο Χατζόπουλος, ο Ταρασλής
κι ο Στρογγίδης, και μου λεν: τέσσερα, τέσσερα,
τέσσερα.
Τα μεσάνυχτα έρχεται μια μαμή απ' τη Σχολή. Μια
Φρόσω, μια χοντρή.
Δεν υπάρχουνε, τότε, καλά μηχανήματα.
Και της λέει ο Στρογγίδης, της μαμής: έλα, βρε
κορίτσι μου, εσύ όπου έβαλες το χέρι σου, βρήκες
αμέσως τι γίνεται. Βάλε το εδώ πάνω στην κοιλιά
της να δούμε.
Και βάζει η μαμή πάνω στην κοιλιά μου ένα σαν
χωνί κι ακούει. Και ύστερα ακουμπάει το χέρι της.
Κάθεται λίγο έτσι.
Και μετά λέει, ένα μονάχα παιδί έχει και πολλά
υγpά. Βάλτε την για Καισαρική να τελειώνουμε.
Και
με βάζουν και με ναρκώνουνε.
Και
την ώρα που ξυπνάω, πριν να δω την Ανδρομάχη που
είχε γεννηθεί, βλέπω ότι ανοίγω μια πόρτα και
βγαίνω σ' ένα δυνατό φως. Φως ήλιου, αλλά πολύ
δυνατό. Άσπρο.
Κι είναι πιο εκεί ένα ποτάμι, ξεραμένο. Με μεγάλες,
θεόρατες, άσπρες πέτρες. Στpόγγυλες. Και με τον
ήλιο οι πέτρες ν' ασπρίζουν πιο πολύ .
Σ' ένα σημείο βλέπω σταματημένο το τρακτέρ του
πατέρα μου - λίγο πριν πεθάνει το 'χε βάψει κόκκινο.
Και τρέχω προς το τρακτέρ. Φτάνω απ' την μεριά
του οδηγού και βλέπω τον μπαμπά μου πεσμένο πάνω
στο τιμόνι. Σκυφτό, ακίνητο.
Να φοράει ένα καρό, κόκκινο πουκάμισο. Που το
φορούσε μερικές φορές στη δουλειά.
Τον βλέπω κι αρχίζει να βαράει η καρδιά μου και
να λέω, "αχ! Θεέ μου, πέθανε, πέθανε".
Και πάω, τον πιάνω από τους ώμους και τον γυρίζω
απαλά κατά πίσω. Τον σηκώνω.
Μόλις τον κάνω κατά πίσω, γυpνάει, εκείνος, και
μου χαμογελάει.
Και λέω, αχ! πατέpα μου, δεν πέθανες; Ζεις; Ζεις;
Moυ λέει μια χαρά είμαι εδώ.
Κι ανοίγει την πόρτα, βγαίνει, κατεβαίνει, και
τον πιάνω αγκαζέ. Από αριστερά τον έχω.
Και προχωράμε μαζί δίπλα στον ξεροπόταμο . Καλά
είμαι, μου λέει, δες τι ωραία που είναι εδώ, και
σηκώνει το κεφάλι του κατά πάνω.
Σηκώνω κι εγώ το κεφάλι μου και βλέπω να είναι
ο ουρανός γαλάζιος, ανοιχτός γαλάζιος, και να
κολυμπάνε εκεί πάνω ψάρια.
Είναι ψάρια που δεν τα βλέπω ολόκληρα, αλλά τα
κοιτάζω από κάτω.
Βλέπω μόνο τις κοιλιές τους .
Και καταλαβαίνω ότι είναι καρχαρίες με τετράγωνα
κεφάλια. Βλέπω δελφίνια, βλέπω φάλαινες.
Οι κοιλιές τους είναι όλες άσπρες και κολυμπάνε
στον ουρανό.
Moυ λέει ο μπαμπάς μου, δες κορίτσι μου τι όμορφα
που είναι εδώ. Και συνεχίζουμε να περπατάμε.
|