|
ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
ΜΑΡΙΑ ΓΑΒΑΛΑ
Photo:
© E.KE.BI, 2001. Μητρόπουλος
Βιογραφικό Σημείωμα
Γεννήθηκε
στο Κορωπί Αττικής το 1947. Σπούδασε Ιστορία και
Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας.
Μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού
Σύγχρονος Κινηματογράφος (1980-84) δημοσίευσε
πολλά κείμενα για τον κινηματογράφο. Κινηματογραφικά
κείμενά της υπάρχουν επίσης δημοσιευμένα σε διάφορα
περιοδικά κι εφημερίδες.
Έγραψε σενάρια, γύρισε ταινίες μικρού μήκους,
ντοκιμαντέρ για την τηλεόραση και σκηνοθέτησε
τις μεγάλου μήκους ταινίες: Περί Έρωτος (1981).
- Τιμήθηκε με βραβείο στο φεστιβάλ του Γυναικείου
Κινηματογράφου της Φλωρεντίας, το 1983, Το άρωμα
της βιολέτας (1985) και Το μαζικό γυαλί (1989)
- Τιμήθηκε με Κρατικό Βραβείο Κινηματογράφου,
την ίδια χρονιά.
Εργογραφία
Η
υπηρέτρια των Αγγέλων, Αθήνα, Εστία, 1994. Σελ.
215. ISBN: 960-05-0561-6.
Η
κυρία του σπιτιού, Αθήνα, Εστία, 1996. Σελ. 327.
ISBN: 960-05-0726-0.
Παραθαλάσσιο
θέρετρο το χειμώνα, Αθήνα, Εστία, 1999. Σελ. 223.
ISBN: 960-05-0892-1.
Στη
δροσιά των κήπων μου, Αθήνα, Εστία, 2001. Σελ.
429. ISBN: 960-05-0965-4.
Η συγγραφέας
ΜΑΡΙΑ ΓΑΒΑΛΑ
Έχοντας
πίσω της σπουδές Ιστορίας και Αρχαιολογίας, καθώς
και μια δόκιμη παρουσία στον κινηματογράφο, είτε
ως θεωρητικός είτε ως δημιουργός, η Μαρία Γαβαλά
έχει εξασκηθεί τόσο στο να σκάβει όσο και στο
να βλέπει. Κι όσο κι αν φαντάζει με κενό σχήμα
λόγου, το χάρισμα της διείσδυσης στα υπόγεια στρώματα
των ανθρώπινων καταστάσεων και η ικανότητα διαλογής
των ευρημάτων που προκύπτουν από αυτές τις "ανθρωπολογικές
ανασκαφές", βρήκαν στο πεζογραφικό της έργο
την εναργέστερη εφαρμογή τους.
Με τα τέσσερα έως σήμερα μυθιστορήματά της η Γαβαλά
υπηρετεί μια χαμηλόφωνη λογοτεχνία, βασισμένη
στη σκιαγράφηση λεπταίσθητων συναισθηματικών καταστάσεων
και επεξεργασμένων χαρακτήρων, που αντιστέκεται
στον περιορισμό της σε κάποιο λογοτεχνικό είδος.
Ακόμη περισσότερο αντιστέκεται στον υποβιβασμό
της σε οιοδήποτε χαρακτηρισμό φέρει τον επιθετικό
προσδιορισμό "γυναικείο", μολονότι η
Γυναίκα και οι ποικίλες σχέσεις της με τον κόσμο
είναι ο κεντρικός θεματικός άξονας των βιβλίων
της. Λογοτεχνία γραμμένη από μια γυναίκα, λοιπόν,
που μιλάει για γυναίκες, δίχως να είναι ούτε στιγμή
γυναικεία - φαντάζει με επίτευγμα.
Η πεζογραφία της Γαβαλά είναι μια αέναη σπουδή,
αλλεπάλληλες παραλλαγές πάνω στις εμμονές της,
οι οποίες από βιβλίο σε βιβλίο αναδίνονται με
όλο και μεγαλύτερη διαύγεια, με όλο και πιο ευρεία
στόχευση, πιο πλούσιες σε συναισθήματα και σημασίες.
Με αυτή την έννοια, το τελευταίο της μυθιστόρημα
Στη δροσιά των κήπων μου αποτελεί το απαύγασμα
αυτής της πολύχρονης διαδικασία, μια πλουραλιστική
και φιλόδοξη σύνθεση. Σ' αυτό, όχι μονάχα ξαναβρίσκει
κανείς σε πλήρη ανάπτυξη όλες τις θεματικές σταθερές
των προηγούμενων βιβλίων της - η αμφιθυμία στις
σχέσεις μάνας- κόρης, το γυναικείο σώμα ως τόπος
οδύνης, ωδίνων και ηδονής, η αδήριτη ανάγκη αντρικής
παρουσίας, το παρελθόν ως διαρκώς μετακινούμενο
παρόν -, αλλά για πρώτη φορά αποκτά τόση σημασία,
σε έκταση μα και σε βάρος, το κοινωνικό και πολιτικό
πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούνται οι ήρωές της.
Στη δροσιά των κήπων μου είναι ένα ζωντανό και
πολυφωνικό μυθιστόρημα, γεμάτο από εμβληματικά
πορτραίτα σύγχρονων ανθρώπων, ένα έργο με το οποίο
η Μαρία Γαβαλά αγγίζει τη συγγραφική της ωριμότητα.
Είναι μια περίτεχνη σύνθεση από πρόσωπα και ιστορίες,
μια σειρά από νήματα που υφαίνουν έναν πυκνό ιστό
που διακλαδώνεται συγχρονικά όσο και διαχρονικά.
Πανταχού παρούσα μέσα στις σελίδες του είναι η
Αθήνα, πότε ως σύγχρονη μεγαλούπολη και πότε ως
τόπος σημαδεμένος από επάλληλες στρώσεις παρελθόντος.
Οι ατελείωτες εργασίες για την κατασκευή των μεγάλων
έργων σκοντάφτουν συνεχώς, αρχαία και βυζαντινά
ευρήματα προβάλλουν κάτω από κάθε τρύπα που διανοίγεται.
Σ' αυτή την πόλη όπου το παρελθόν και η ιστορική
μνήμη αναδίνονται από παντού, εκεί διερευνούν
τα πρόσωπα της Γαβαλά το δικό τους μικρόκοσμο
- αναζητούν ισορροπίες, αλήθειες, εξιλέωση, τη
ζεστασιά του έτερου σώματος. Σ' αυτή την πολύβουη,
συγκεχυμένη πόλη, χαράσσουν τις μοναχικές τους
πορείες, σε αναζήτηση της ομορφιάς και του έρωτα.
Ο αφηγηματικός χρόνος φτάνει μέχρι την πρωτοχρονιά
του 2004, χρονιά τέλεσης των Ολυμπιακών Αγώνων
στην Αθήνα. Το τελευταίο συλλογικό όνειρο των
Ελλήνων φαντάζει ήδη ξεθωριασμένο, μικροαστικό,
ασήμαντο. Πάνω από τα ερείπια της παλιά πόλης
απλώνονται γερανοί, μεταλλικά μεγαθήρια. Ένας
από τους ήρωες της Γαβαλά έχει τη μανία να φωτογραφίζει
τους ανθρώπους που δουλεύουν στις σήραγγες για
την κατασκευή του Μετρό, ενώ ένα δεκαπεντάχρονο
κορίτσι δέχεται ένα μπουκέτο λουλούδια από έναν
λαθρομετανάστη στην κορυφή ενός ουρανοξύστη. Στην
ταράτσα του γυάλινου κτιρίου ένας πυκνός καταπράσινος
κήπος ξαφνιάζει το μάτι. Η πόλη δονείται ακόμη,
μια ερωτική ιστορία μπορεί να πυροδοτηθεί ανά
πάσα στιγμή.
Κώστας Κατσουλάρης
Συγγραφέας κριτικός λογοτεχνίας
Τι έγραψε ο Τύπος για τα βιβλία της
ΜΑΡΙΑΣ ΓΑΒΑΛΑ
(αποσπάσματα
από κριτικές)
Η
υπηρέτρια των αγγέλων Αθήνα, Εστία, 1994. Σελ.
215 ISBN: 960-05-0561-6
Το πρώτο μυθιστόρημα της Μαρίας Γαβαλά, Η Υπηρέτρια
των Αγγέλων διηγείται την ιστορία μιας ευαίσθητης
γυναίκας που γίνεται υπηρέτρια σ' ένα ξενοδοχείο
και στη συνέχεια συγγραφέας. Η Μ. Γαβαλά περιγράφει
έναν κόσμο σαπισμένο από την πυρηνική ενέργεια
χωρίς να γίνεται στερεοτυπικά διδακτική, παρακολουθεί
την επάνοδο του ανθρώπου σε πρωταρχικές ενασχολήσεις
και τη προσπάθειά του να αισθανθεί, εκ νέου. Οι
εικόνες της είναι από τα πιο στέρεα και γοητευτικά
στοιχεία του μυθιστορήματός της, πολύ κινηματογραφικέ,
ο λόγος της αποφεύγει το μελοδραματισμό, οι "αστυνομικές"
διαστάσεις της πλοκής δεν την παραφορτώνουν. Μια
πολύ ενδιαφέρουσα πρώτη δουλειά.
Τιτίκα Δημητρούλια
Κριτικός λογοτεχνίας, μεταφράστρια
Περιοδικό ΔΙΑΒΑΖΩ, Νο 335, 11-5-1994
Το σκηνικό, υποβλητικό και μυστηριώδες: ένα ομιχλώδες
τοπίο μετά από πυρηνική έκρηξη και κεντρική σκηνή,
το παραλίμνιο "Ξενοδοχείο των Αγγέλων".
Βασικό πρόσωπο μια νέα γυναίκα που εργάζεται ως
καμαριέρα και αποδεικνύεται όχι μόνο ευσυνείδητη
υπάλληλος, αλλά και με καλλιτεχνική φλέβα, καθώς
γράφει μικρές λογοτεχνικές ιστορίες που κάθε πρωί
τις μοιράζει στους έκπληκτους ενοίκους του ξενοδοχείου.
Πρόκειται για το πρώτο μυθιστόρημα της σκηνοθέτιδας
Μαρίας Γαβαλά, που καταφέρνει να μεταγγίσει τις
αγωνίες και τα οράματά της όχι μόνο στο πανί τη
οθόνης αλλά, το ίδιο επάξια, και στις λευκές σελίδες
του βιβλίου.
Κώστας Ακρίβος
Συγγραφέας
Περιοδικό ΔΙΑΒΑΖΩ, Νο 340, 20-7-1994
Η κυρία του σπιτιού. Αθήνα, Εστία, 1996. Σελ.
327 ISBN: 960-05-0726-0
Βιωματικό υλικό μοιάζει να χειρίζεται, επίσης,
η Μαρία Γαβαλά στο δεύτερο μυθιστόρημά της. Η
κυρία του σπιτιού. Στο προηγούμενο βιβλίο της
(Η υπηρέτρια των αγγέλων) η συγγραφέας και σ κ
η ν ο θ έ τ ι ς, χρησιμοποιούσε φαντασιακό υλικό,
εμπνευσμένο από το σινεμά, και την σχετική λογοτεχνία.
Το πλαίσιο δράσης ήταν "βόρειο", οι
ήρωες και οι καταστάσεις το ίδιο. Στην Κυρία του
σπιτιού το σκηνικό έχει αλλάξει: ο νεοελληνικός
χώρος του τέλους του '50 - και συγκεκριμένα κάποιας
κοντινής στην Αθήνα περιφέρειας - κυριαρχεί. Το
κεντρικό πρόσωπο είναι και πάλι γυναίκα, αυτή
τη φορά κορίτσι, μαθήτρια της τελευταίας τάξης
του Γυμνασίου. Κλεισμένη στον εαυτό της, παρακολουθεί
τους γονείς της, τους φίλους της οικογένειας,
τη ζωή της μικρής κοινότητας και αναπαράγει τα
πάντα με το δικό της τρόπο. Η ατμόσφαιρα θυμίζει
κάπως Μπέσσυ Σμιθ, η Γαβαλά κατορθώνει να μεταφέρει
πειστικά τον μικρόκοσμο όσων παρατηρεί η νεαρή
ηρωίδα Ακριβή, η οποία αμφιρρέπει μεταξύ ονειροπόλησης
και αποδοχής της άμεσης πραγματικότητας. παράλληλα
περιγράφει, με διεισδυτικό τρόπο, τις ψυχικές
διακυμάνσεις της κοπέλας μπροστά στις αποκαλυπτικές
πρώτες της εμπειρίες. Η Γαβαλά είναι πολύ ικανή
πεζογράφος. Αν μάλιστα αποφάσιζε εξαρχής ποιο
β λ έ μ μ α θα υιοθετούσε, του κοριτσιού ή του
παντογνώστη αφηγητή, δηλαδή του δικού της, το
οποίο επεμβαίνει κάπως αυθαίρετα στην υποκειμενική
σχέση της ηρωίδας της με τα πράγματα, τότε θα
μιλούσαμε για ένα απολύτως επιτυχημένο μυθιστόρημα…
Τάσος Γουδέλης
Συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας
Περιοδικό ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ, Νο. 00, 6-8-1997
…Ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα για την εφηβεία, τον
ανταγωνισμό και την περίεργη αγάπη μάνας - κόρης,
της μεταβολής ενός χωριού σε κωμόπολη και για
τα χρόνια που τα μίση και τα πάθη των τάξεων και
της φυλής μας ήταν ακόμη νωπά.
Ο τρόπος γραφής του - ως είναι φυσικό - κινηματογραφικός.
Όταν τελειώνουν οι 327 σελίδες του γνωρίζουμε
επακριβώς τα χρώματα της Ακριβής, το περιβόλι
του σπιτιού, το οδοντιατρείο της μητέρας, τον
ασφυκτικό περίγυρο της ελληνικής επαρχίας στη
δεκαετία το '60. Εξάλλου, η συγγραφέας του τη
διαθέτει αυτή την ικανότητα…
Ελένη Γκίκα
Συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΕΘΝΟΣ, 6-4-1997
Παραθαλάσσιο θέρετρο το χειμώνα. Αθήνα, Εστία,
1999. Σελ. 223 ISBN: 960-05-0829-1
…Η
Μαρία Γαβαλά, αθόρυβα και με αξιέπαινη σεμνότητα,
συνεχίζει να υπηρετεί με σταθερά ανοδικά αποτελέσματα,
τους δύσκολους τρόπους γραφής και να προτείνει
την απόλαυση πιο ουσιαστικών εκδοχών λογοτεχνίας.
Τρίτο της μυθιστόρημα το Παραθαλάσσιο θέρετρο
το χειμώνα (προηγήθηκαν το Υπηρέτρια των Αγγέλων,
1994 και το Κυρία του σπιτιού, 1996) και η εμμονή
της στην ελαχιστοποίηση της εξωτερικής πλοκής
σε έναν στοιχειώδη ιστό συμβάντων υπέρ μιας πλούσιας
εσωτερικής δράσης και σχολιασμών, που τις χαρακτηρίζουν
οι ψυχογραφικές αφηγήσεις και η διαρκής εξπρεσιονιστική
φόρτιση χώρων και δρώμενων παραμένει το σταθερό
χαρακτηριστικό της λογοτεχνικής της ταυτότητας…
Η έξοχη γραφή της Γαβαλά, πυκνή, πλούσια καίρια,
αποκαλύπτει - πίσω από την απόλαυση της ανάγνωσης
- το χάρισμα αλλά και τον αφειδώλευτο κόπο να
υποταχθεί η γλώσσα - καλογυμνασμένη και ευλύγιστη
καθώς είναι - στους στόχους του βιβλίου. Αν μπει
κανείς στον πειρασμό να αναζητήσει "προγόνους"
αυτής της χυμώδους γραφής και των ενήμερων εξπρεσιονιστικών
της τρόπων, θα ατυχήσει. Οι εμπειρίες και οι "καταγωγές"
μοιάζουν με την καλά χωνεμένη λίπανση στο από
τα πριν εύφορο έδαφος από όπου φυτρώνει το δικό
της λογοτεχνικό δέντρο.
Δημήτρης Χαρίτος
Ποιητής, κριτικός κιν/φου
Περιοδικό ΑΝΤΙ, 30-7-1999
…το τρίτο μυθιστόρημα της Μαρίας Γαβαλά αποκτά
ξεχωριστό ενδιαφέρον, όχι βέβαια εξαιτίας του
φύλου της δημιουργού του αλλά επειδή πρόκειται
για ένα βιβλίο στοιχειωμένο από τη γυναικεία παρουσία,
δίχως ωστόσο η συγγραφέας του να καταφεύγει σε
κανένα από τα συνήθη "γυναικεία" στερεότυπα…
Το Παραθαλάσσιο θέρετρο το χειμώνα, παρά τη στιβαρή
αφηγηματική οργάνωσή του, αποτελεί πρώτα από όλα
ένα μυθιστόρημα αποχρώσεων και λεπτών συναισθημάτων,
με κεντρικό θέμα του τη γυναικεία επιθυμία και
τις δαιδαλώδεις σχέσεις μάνας - κόρης…
Η αντρική παρουσία, ακόμη και όταν πρόκειται πρακτικά
για απουσία, είναι ένα ακόμη σημείο όπου η Γαβαλά
διαφοροποιείται ριζικά από την τρέχουσα ερωτιάρικη
πεζογραφία. Οι άντρες είναι υπαρκτοί με σάρκα
και οστά, ξυπνούν επιθυμίες και εντάσεις, αλλά
είναι ταυτόχρονα και ένας άλλος τόπος προς τον
οποίο η γυναίκα θα πρέπει να μετακινηθεί αν θέλει
να τους συναντήσει…
Κώστας Κατσουλάρης
Συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 18-4-1999
…Η Μαρία Γαβαλά και στο τρίτο μυθιστόρημά της
Παραθαλάσσιο θέρετρο το χειμώνα ασχολείται με
τον γυναικείο ψυχισμό, όπως έκανε και στις ταινίες
της. Στα αφηγηματικά της κείμενα, οι ηρωίδες προσπαθούν
να επαναπροσδιορίσουν τον χώρο τους και από το
νέο τους ορμητήριο να αναψηλαφίσουν τον κόσμο,
είτε πρόκειται για ενήλικες γυναίκες είτε για
κορίτσια που σκοπεύουν να φύγουν από την πατρική
εστία…
Η Γαβαλά γνωρίζει να χειρίζεται με οικονομία και
ελλείψεις την δράση, αποφεύγοντας το περιττό…
Τάσος Γουδέλης
Συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας
Περιοδικό ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ, Νο 108
Και στο "Παραθαλάσσιο θέρετρο το χειμώνα"
η Μαρία Γαβαλά αναζητά το χαμένο εαυτό της και
την αλήθεια σε ένα παμπάλαιο ρημαγμένο σπιτικό.
Ξηλώνει πατώματα και υδραυλικά, όπως θα ξερίζωνε
κανείς στο ντιβάνι του ψυχαναλυτή τα βάρη, τις
πληγές και τις ενοχές του…
Τα βασικά προσόντα του βιβλίου: Ύφος κινηματογραφικό
(μην ξεχνάμε ότι η συγγραφέας είναι και σκηνοθέτιδα),
ολοκληρωμένοι χαρακτήρες και απίθανα ακριβής περιγραφή
χώρων.
Θα ακολουθήσετε με την ηρωίδα την ίδια διαδρομή
και όσο για τον κήπο και το σπίτι, σίγουρα θα
το ζήσετε και θα το περπατήσετε.
Ελένη Γκίκα
Συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. ΕΘΝΟΣ, 14-3-1999
…Η Μαρία Γαβαλά -σεναριογράφος, σκηνοθέτης ταινιών
μικρού μήκους, ντοκυμανταίρ αλλά και μεγάλου μήκους
ταινιών (Περί έρωτος, Το άρωμα της Βιολέτας, Το
μαγικό γυαλί) - έχει δημιουργήσει μια καταπληκτική
ατμόσφαιρα με τις περιγραφές του χώρου και των
ψυχικών καταστάσεων, δυνατή, υποβλητική, ικανή
να παρασύρει τον αναγνώστη.
Αγγελική Ξύδη
Δημοσιογράφος
Περιοδικό ΜΕΤΡΟ, Απρίλιος 1999\
Στην δροσιά των κήπων μου, Αθήνα Εστία, 2001
Σελ. 429. ISBN: 960-05-0965-4
Η
δημιουργικότητα είναι κύριο θέμα για τα μυθιστορηματικά
πρόσωπα της "Δροσιάς των Κήπων μου"
με κύριο εκφραστή της, την κεντρική ηρωίδα Σοφία
Μάχτου, της οποίας αποσπάσματα από το μυθιστόρημα
που γράφει, παρατίθενται στο βιβλίο.
Η γραφή της Μαρίας Γαβαλά είναι ιδιαίτερα ασκημένη
και ικανή να μεταφέρει με ανάγλυφες περιγραφές
τις ιδιαιτερότητες των χαρακτήρων της.
Στο αποσπασματικό αυτό μυθιστόρημα -στα σύντομα
κεφάλαιά του μας δίνονται τμηματικά οι ιστορίες
οκτώ προσώπων - οι ζωές των ηρώων τέμνονται και
επηρεάζουν τις ζωές των άλλων, είτε με άμεση επαφή
είτε μέσω τρίτων. Για όλους σημαντικό ρόλο παίζει
κάποιο μακρινό τραύμα που εδράζεται σε μια απροσδιόριστη
στιγμή του παρελθόντος τους και που είναι υπεύθυνο
για τις μετέπειτα επιλογές τους, την εξέλιξή τους
και κυρίως για τις σχέσεις τους με το άλλο φύλο.
Με τις συνεχείς αναδρομές στο παρελθόν των ηρώων
μαθαίνουμε τα γεγονότα που συνήθως σχετίζονται
με την παιδική τους ηλικία και που ως τέτοια είναι
καταλυτική για τις σχέσεις με τους ανθρώπους που
συναντούν αργότερα.
Στο σύνολό του το μυθιστόρημα, παρουσιάζει εξαιρετικό
ενδιαφέρον κυρίως για το ιδιαίτερα εφευρετικό
θέμα της γραφής ενός μυθιστορήματος σε αντιπαραβολή
με την καλλιέργεια των κήπων…
Αργυρώ Μαντόγλου
Δημοσιογράφος
Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 31-8-2001-09-29
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
"ΣΤΗ
ΔΡΟΣΙΑ ΤΩΝ ΚΗΠΩΝ ΜΟΥ"
σελ. 383-387
Ν
ε ρ ό
ΑΚΟΥΣΕ ΤΟ ΝΕΡΟ ΝΑ ΤΡΕΧΕΙ, σε ασυνήθιστη ποσότητα,
σε διάρκεια πέραν του κανονικού, με επιμονή που
άρχιζε να γίνεται βαναυσότητα, ένα κατηγορητήριο
πνιγμένο στο παράπονο, ένας καταρράκτης δακρύων
, που του έλειπε όμως η ανθρώπινη χροιά. Τούτο
το στοιχείο ανάβλυζε από άγνωστες πηγές, όχι από
ανθρώπινους αδένες. Κάτι σαν υπερφυσικό πλάνταγμα,
έκρηξη στην καρδιά του μεσημεριού, στο κέντρο
του άδειου σπιτιού.
Η κυρία Φανερωμένη είχε τελειώσει τις δουλειές
κι είχε αποχωρήσει προ πολλού, το σχολικό λεωφορείο
ήθελε ακόμα ένα μισάωρο να φέρει πίσω τη Μαρία,
εκείνος επέστρεψε νωρίτερα από το συνηθισμένο
κι αυτό το εκτός προγράμματος συμβάν ήταν σημαδιακό
και θεόσταλτο.
Πρωτακούγοντας το νερό, ο νους του δεν πήγε αμέσως
στο κακό, απλώς ένιωθε να συμβαίνει κάτι ασυνήθιστο.
Δεν βιάστηκε ν' ανοίξει την πόρτα του λουτρού,
μολονότι ήταν σίγουρος πως πίσω από εκείνη την
πόρτα υπήρχε ο δεσμός κι αυτός έπρεπε να αποφασίσει.
τι από τα δύο; Να τον λύσει η να τον κόψει:
Γυρίζοντας το πόμολο, η κίνησή του δεν έκρυβε
κάποιον πανικό, μονάχα περιέργεια, ζωηρό ενδιαφέρον
- εξαιτίας της αφθονίας και της επιμονής του ρου
-κι οπωσδήποτε θυμό και αγανάκτηση εναντίον του
εισβολέα που είχε τρυπώσει στο σπίτι το κι απειλούσε
τη οικογένειά του.
Δεν έπιασε αμέσως την ακριβή σημασία της εικόνας
μπροστά του. Κι ούτε μπορούσε να την ερμηνεύσει.
Το μόνο που συνειδητοποιούσε ήταν αυτή η υγρή
πραγματικότητα, η πλέον μουλιασμένη εικόνα που
θα μπορούσε να δημιουργηθεί στο οπτικό του πεδίο.
Το νερό να ξεχειλίζει στην μπανιέρα κι εκεί μέσα
να πλέει μπρούμυτα το σώμα της Ευρυδίκης προφανώς
ένα ομοίωμα του σώματος της Ευρυδίκης, με ψεύτικα
κόκκινα μαλλιά που κυμάτιζαν σαν φουσκωμένα πλοκάμια
δηλητηριώδους φυτού. αναδεύονταν κι εκδικούνταν.
Μια ευτελής περούκα, αποκριάτικη, κόκκινη περούκα
κακιάς μάγισσας, αγορασμένη από μαγαζί εποχιακών
ειδών. το σώμα που έπλεε ακυβέρνητο, τυλιγμένο
σε κιτς νυχτικά - η Ευρυδίκη δεν φορούσε ποτέ
τέτοιες ροζ αηδίες - δεν ήταν η Ευρυδίκη. Ήταν
μια φάρσα σκαρωμένη από την Ευρυδίκη - μολονότι
δεν το συνήθιζε - ένα κακόγουστο αστείο για να
τον τρομάξει. Κάποια στιγμή, μια λάμψη αναβόσβησε
μέσα του, πως μπορεί σε όλα αυτά να υπήρχε έστω
κι ένας κόκκος αλήθειας, πραγματικότητας κι όχι
προσποίηση ή κωμωδία, όμως πάλι συγκράτησε τις
κινήσεις του να μην γίνουν βιαστικές, σπασμωδικές
και παράφορες, πράγμα που θα επιβεβαίωνε την αλήθεια
του τραγικού συμβάντος. Μόνο μια κίνηση, μια μεγάλη
σταθερή ελλειψοειδής κίνηση του δεξιού χεριού,
σαν τροχιά που γράφει ο βραχίονας γερανού όταν
αρπάζει κάτι και το σηκώνει ψηλά.
Το χέρι του άρπαξε το κεφάλι από τα πορφυρά μαλλιά
και το τράβηξε με δύναμη έξω από το νερό, το τράνταξε
πάνω από την υδάτινη επιφάνεια με τις ροζ φουσκάλες
και τις ύπουλες δίνες, ενώ με το άλλο χέρι έκλεινε
τους ρουμπινέδες, για να σταματήσει επιτέλους
τούτη την καταραμένη ροή, τον κατακλυσμό που τον
εμπόδιζε να εκτιμήσει με αντικειμενικότητα τις
διαστάσεις του κακού.
Η Ευρυδίκη δεν είχε πνιγεί. Είχε υποκύψει σ' ένα
ολίσθημα, για λίγο είχε χάσει την ισορροπία της,
ήταν μια στιγμιαία λιποθυμία, κυρίως από λύπη,
μπορεί κι από λάθος υπολογισμών, ένα ολίσθημα
στα νερά που είχαν τις πηγές τους στα χρόνια τη
παιδικής ηλικίας της.
Γύρισε το σώμα ανάσκελα, ακούμπησε το κεφάλι στο
γόνατό του, παραμέρισε τα βρεγμένα μαλλιά που
σκέπαζαν το χλομό πρόσωπο, μουντζουρώνοντας τα
όμορφα χαρακτηριστικά του. Η αναπνοή ήταν αισθητή
το ίδιο κι ο σφυγμός το ίδιο κι οι μικρές ανεπαίσθητες
κινήσεις των βλεφάρων. Έφερε το κεφάλι ακόμα πι
πάνω, στο στήθος του, όπως κάνει η μητέρα όταν
σηκώνει το κεφάλι του μωρού για να το θηλάσει.
Σκούπισε προσεχτικά τα μαλλιά, το μέτωπο, τα μάγουλα,
τα κλειστά βλέφαρα, τα ρουθούνια που συνέχιζαν
να βγάζουν νερό, τα μισάνοιχτα χείλια που ελευθέρωναν
κύματα αδιόρατης μέντας σαν να είχε πιει προηγουμένως
τσάι με μέντα, ναι αυτό ήταν, τσάι με μέντα. Συνέχισε
να σκουπίζει να στεγνώνει το πρόσωπο με γλυκές,
προσεκτικές, απαλές, μητρικές κινήσεις, ποτέ του
δεν φαντάστηκε ότι μπορούσε να γνωρίζει τόσο καλά,
να αναπαραγάγει τόσο πιστά τις χειρονομίες μιας
συμπεριφοράς καθαρά μητρικής. Παράλληλα όμως είχαν
μια ταπεινότητα, μια αθωότητα, μια ανασφάλεια,
μια παιδικότητα οι κινήσεις του. έκλειναν μέσα
τους την ανάγκη να ομολογήσουν το φόβο του και
την αδυναμία του, τη δική του δίψα για ύπαρξη,
αγάπη και βοήθεια. Του έφεραν δάκρυα τούτες οι
απρόβλεπτες κινήσεις του. Οι τόσο αποκαλυπτικές
του συναισθηματικού του κόσμου. Κι όταν τα χείλη
του βρήκαν επιτέλους το δρόμο, τη δύναμη να ακουμπήσουν
πάνω στο ωχρό κι ακόμα βρεγμένο πρόσωπό της και
να αφήσουν μερικά διάσπαρτα, όλο πόνο φιλιά, ήξερε
πολύ καλά, πόσο βαθιά είχε ραγίσει, άλλη μια φορά,
τούτη η ύπαρξη, Ανεπανόρθωτα, μη αναστρέψιμα.
Έτσι θα ήταν για όλη την υπόλοιπη ζωή τους.
Τέλός, πάντα με τις κινήσεις μιας μητέρας που
τώρα ο μαστός της έχει αδειάσει και πρέπει να
μείνει μόνος κι ανέγγιχτος μέχρις ότου ξαναγεμίσει,
μετέφερε το σώμα της γυναίκας του στο συζυγικό
κρεβάτι, το ξάπλωσε, το σκέπασε κι υποσχέθηκε
βουβά πως θα έμενε εκεί, συνέχεια εκεί, με το
αφτί ακουμπισμένο κατά μήκος της ραγισματιάς για
να αφουγκράζεται προσεκτικά τους αναβρασμούς στο
εσωτερικό αυτής της σχισμής.
Τη στιγμή ακριβώς που το σχολικό πάρκαρε στη γωνία
του δρόμου. Οι καθημερινοί ήχοι. Η μηχανή του
σχολικού αυτοκινήτου, το σταμάτημα μπροστά στο
σπίτι, το άνοιγμα της μπροστινής πόρτας, ο πήδος
των αθλητικών παπουτσιών στις πλάκες του πεζοδρομίου,
το χτύπημα της πόρτας για να κλείσει, το αυτοκίνητο
που ξεκινά αργά και χάνεται στη γωνία. ύστερα
οι ήχοι μεταφέρονται στο σπίτι, ενσωματώνονται
στην αλυσίδα των χώρων, στη συνοχή των δωματίων
και διαδρόμων.
Η Μαρία στο άνοιγμα της πόρτας του λουτρού, με
τη σχολική τσάντα περασμένη ακόμα στους ώμους,
το μπουφάν ριγμένο στο δεξί μπράτσο, ακίνητη,
ευθυτενής, άκαμπτη, απατηλά ανέκφραστη, κοίταζε
το νερό. Τ η στάθμη του νερού στο χείλος της μπανιέρας.
Τη χυμένη ποσότητα, τις λασπωμένες πατημασιές.
Ήταν τα τεκμήρια του απονενοημένου διαβήματος
και της δραστικής επέμβασης σωτηρίας. Τα μεγάλα,
καθαρά μάτια της Μαρίας, γρήγορα έγιναν ένα δάσος
γνώσης. Γέμισαν πληροφορίες και βεβαιότητες. Σκέφτηκε
χωρίς να βγάλει άχνα:
"Αυτός που δεν αγαπάει κανέναν, πάει να σκοτωθεί".
Ο καθηγητής Κυριάκος Γέροντας βγήκε ήσυχα από
την κρεβατοκάμαρα κι ήρθε να σταθεί πλάι στην
κόρη του. Για λίγο κοίταζαν αμίλητοι το νερό.
Μετά ο άντρας πήρε το κοριτσάκι από το χέρι και
το οδήγησε αθόρυβα στο μέρος όπου βρισκόταν ξαπλωμένη
η μαμά του. Μ' αυτό τον τρόπο δεν έκρυβε τίποτα
από την κόρη του, συνάμα όμως δεν παραδεχόταν
και τίποτα. Απλώς αποκάλυπτε, έδειχνε μια πολύ
όμορφη, πάντα υγρή εικόνα. Ενός ξαπλωμένου, ήσυχου
σώματος. Μια εικόνα σπάνιας ευγένειας και ομορφιάς.
Πήγε να πει, "μην την ενοχλήσεις γιατί κοιμάται",
σίγουρος πως η Μαρία δεν θα ζητούσε παραπέρα εξηγήσεις.
Όμως τον πρόλαβε η ίδια η Ευρυδίκη που χωρίς να
ανοίξει τα βλέφαρα, ψιθύρισε καθαρά μέσα από το
βάθος ενός παραμιλητού.
"Τα μπιφτέκια είναι στο φούρνο, Φάτα όλα.
Το βράδυ θα σου φτιάξω άλλα".
|