|
ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΡΑΠΤΟΠΟΥΛΟΣ
Photo:
© E.KE.BI, 2001. Τσουμπλέκας
Βιογραφικό σημείωμα
Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος γεννήθηκε το 1959 στην
Αθήνα, όπου σπούδασε παιδαγωγικά και δημοσιογραφία.
Έζησε για ένα χρόνο στη Σουηδία (1980- 81) και
ως υπότροφος του Intemational Writing Program
για μισό περίπου χρόνο στις ΗΠΑ (1984). Ο Εργένης
μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο, τα Διόδια και
διηγήματα από τα Κομματάκια και τις Έμμονες Ιδέες
στην τηλεόραση - ορισμένα από αυτά σε δικά του
σενάρια. Κατά καιρούς έχει κάνει διάφορες δουλειές,
λίγο ή πολύ σχετικές με τη λογοτεχνία και το γράψιμο:
σύμβουλος ξένης και ελληνικής λογοτεχνίας σε εκδοτικούς
οίκους ("Κέδρος", "Λιβάνης"),
τακτικός συνεργάτης εφημερίδων ("Τα Νέα")
και περιοδικών ("Έψιλον Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας",
"Κλικ"), σεναριογράφος στο σινεμά Η
Φανέλα με το Εννιά και στην τηλεόραση Ο Μικρός
Ηλεκτρολόγος, σύμβουλος σεναρίων σε τηλεοπτικά
κανάλια (ΕΤ1, ΕΤ2), παραγωγός και παρουσιαστής
ραδιοφωνικών εκπομπών (ΕΡΑ).
Εργογραφία
Κομματάκια,
Αθήνα, Κάλβος, 1979, Αθήνα, Κέδρος, 1995, σελ.
112, ISBN: 960-04-1073-9
Διόδια, Αθήνα, Κάλβος, 1982, Αθήνα, Κέδρος, 1988,
σελ. 182, ISBN: 960-04-1099-2
Τα τζιτζίκια, Αθήνα, Κέδρος, 1985, Αθήνα, Bell,
1998, σελ. 216, ISBN: 960-620-410- 3
Η αυτοκρατορική μνήμη του αίματος, Αθήνα, Κέδρος,
1992, σελ. 182, ISBN: 960-04-0574-3
Ο εργένης, Αθήνα, Κέδρος, 1993, σελ. 178, ISBN:
960-04-0792-4
Έμμονες ιδέες, Αθήνα, Κέδρος, 1995, σελ. 394,
ISBN: 960-04-1056-9
Λούλα, Αθήνα, Κέδρος, 1997, σελ. 480, ISBN: 960-04-1391-6
Το παιχνίδι, Αθήνα, Οξύ, 1998, σελ. 170, ISBN:
960- 7614-70-4
Βαθύς και Λυπημένος όπως εσύ, Αθήνα, Κέδρος, 1988,
σελ. 276, ISBN: 960-04-1649- 4
Η απίστευτη ιστορία της πάπισσας Ιωάννας, Αθήνα,
Κέδρος, 2000, σελ. 196, ISBN: 960-04-1756-3
Μαύρος γάμος, Αθήνα, Κέδρος, 2001, σελ. 266, ISBN:
960-04-1885-3
Ακούει ο Σημίτης Μητροπάνο;, (υπό έκδοση)
Μεταφράσεις
των έργων του
The Cicadas, [tr.by] F.A. Reed, Athens, Kedros,
1996, 174 pp., ISBN: 960-04-1224-3
Μεταφράσεις
Διάλογοι από τον Λουκιανό: Ιξίων, (εικονογρ.)
Μ.Σ.Α. Ζαχαριουδάκης, Αθήνα, Καστανιώτης, 1993,
Σελ. 36, ISBN: 960-03-1081-5
Αποσπάσματα από τον Ηράκλειτο, Ο Σκοτεινός Λόγος.
Αθήνα, Καστανιώτης, 1993. Σελ.36 ISBN: 960-03-1048-3
Ιστορίες από τον Ηρόδοτο: Ο σκοτεινός λόγος (6
βιβλία, Αθήνα, Καστανιώτης)
- Ο άλαλος γιος του Κροίσου, Αθήνα, Καστανιώτης,
1993. Σελ. 36. ISBN: 960-03-1039-4
- Άμασις ή Τα τόξα, Αθήνα, Καστανιώτης, 1993.
Σελ. 36. ISBN: 960-03-1064-5
- Η γυναίκα του Κανδαύλη, Αθήνα, Καστανιώτης,
1993. Σελ. 36. ISBN: 960-03-1002- 5
-Κροίσος και Σόλων, Αθήνα, Καστανιώτης, 1993.
Σελ. 36. ISBN: 960-03-0999-Χ
-Το δακτυλίδι του Πολυκράτη, Αθήνα, Καστανιώτης,
1993. Σελ. 36. ISBN: 960-03-1001-7
-Ραμψίνητος ή Οι κλέφτες, Αθήνα, Καστανιώτης,
1993. Σελ. 36. ISBN: 960-03-1000- 9
Ο
συγγραφέας Βαγγέλης Ραπτόπουλος
Η γραφή του Βαγγέλη Ραπτόπουλου χαρακτηρίζεται
από μια αποκαλυπτική αναλυτικότητα μπροστά στα
αδιέξοδα και τα διλήμματα του σύγχρονου ανθρώπου.
Μέσα από μια πλούσια εικονογραφία διαφορετικών
χαρακτήρων, ο λόγος του αναπτύσσεται γύρω από
μια σειρά μικροϊστοριών όπου το διχασμένο και
κατακερματισμένο υποκείμενο μιας εποχής χωρίς
οράματα βιώνει μιαν σχεδόν ακοινώνητη μοναξιά.
Οι χαρακτήρες του Ραπτόπουλου αναζητούν πάθη για
να υπάρξουν, για να νοιώσουν το κάλεσμα της ζωής
μέσα σε μια κοινωνία χωρίς έρματα και σημεία προσανατολισμού.
Από την πρώτη του εμφάνιση ο Ραπτόπουλος εξερευνά
την αστική πραγματικότητα και το περίπλοκο κόσμο
των σχέσεων: που αναπτύσσεται μέσα στην απρόσωπη
και απάνθρωπη μεγαλούπολη. Οι ήρωες παρασύρονται
από το χάος των αναυθεντικών σχέσεων δεν μπορούν
να απολαύσουν το σώμα τους χωρίς να βασανιστούν
εσωτερικά από φοβίες και αναστολές. Όλοι σχεδόν
οι χαρακτήρες των έργων του υπάρχουν σε έναν σύμπαν
φροϋδικής σκοτεινότητας, ένα σύμπαν ενστίκτων,
τα οποία προσδοκούν την κατάλληλη στιγμή για να
εκραγούν και να καταστρέψουν το ευάλωτο και σχεδόν
απροστάτευτο άνθρωπο.
Παράλληλα, η πλοκή των ιστοριών του φαίνεται να
μεταμφιέζει και να καλύπτει το πραγματικό δράμα
των χαρακτήρων: τίποτα δεν δηλώνεται άμεσα, παρά
μόνο σε κρίσιμες στιγμές έντασης και πάθους. Τα
κίνητρα υποδηλώνονται, οι πράξεις υπαινίσσονται,
τα λόγια υποκρύπτουν. Ο αναγνώστης εισέρχεται
σε ένα σύμπαν σημείων που δεν μπορεί να εντοπίσει
καθαρά την λειτουργία τους· ξέρει την καταγωγή
τους αλλά δεν μπορεί να διακρίνει την σημασία
που τους αποδίδει ο συγγραφέας. Ο Ραπτόπουλος
είναι ένας αριστοτέχνης της μεταφοράς.
Σε κάθε έργο του διερευνά τον εαυτό του σημερινού
άνδρα σε διαρκή κρίση ταυτότητας και την ψυχή
της σύγχρονης γυναίκας σε μια αποθαρρυντική ρευστότητα.
Πάντα οι ήρωες του ψάχνουν να ανεύρουν τα ίδια
τους τα κίνητρα, τις εσωτερικές δυνάμεις που τους
ωθούν να σχεσιστούν σχεδόν αυτοκαταστροφικά με
τον άλλο και μέσα από την σχέση τους να ανακαλύψουν
τον εαυτό τους και την ρίζα τους.
Η γραφή του Ραπτόπουλου φαίνεται να είναι πάντοτε
σαγηνευμένη από το μυστήριο της εφηβικής ευαισθησίας
ενός σώματος που αδυνατεί να ελέγξει την ίδια
του την ιστορικότητα.Δεν πρόκειται απλώς για χαρακτήρες
αποξενωμένους και αλλοτριωμένους αλλά για άτομα
που αναζητούν την ίδια τους την ατομικότητα και
ψαύουν τα σύνορα του προσωπικού τους κόσμου. Για
τον Ραπτόπουλο, η σημερινή συνθήκη υπάρξεως περνάει
μια κρίση θεμελίων . Για τούτο και κάθε ήρωας
του φαίνεται να παρασύρεται χαμένος μέσα στην
ισχύ δυνάμεων που δεν μπορεί να δαμάσει, αν και
μερικές φορές νομίζει ότι ελέγχει αποτελεσματικά.
Μέσα σε ένα κόσμο βασανισμένο από τα ίδια του
τα δικαιώματα, ο Ραπτόπουλος ψάχνει να ανακαλύψει
ανθρωπιστικές αξίες που δεν εξαφανίζουν το άτομο,
που διαυγάζουν το εσωτερικό του κόσμο και φέρνουν
στην επιφάνεια την αυθεντική επιθυμία για ανθρώπινη
επαφή. Παρά την αλλοτρίωση που επιβάλλει ένα αποπροσωποποιητικό
σύστημα σχέσεων χωρίς νόημα και διάρκεια, τα κομματάκια
του Ραπτόπουλου επιχειρούν να συντεθούν σε μια
ενότητα πολυδιάστατη και καλειδοσκοπική όπου το
άτομο μπορεί να υπάρξει ως δέκτης αλλά και πομπός
σημασίας.
Το έργο του Ραπτόπουλου εκφράζει καλύτερα από
κάθε άλλο την ευαισθησία του μεταπολιτευτικού
Νεοέλληνα, με τις αντιφάσεις και τις αντινομίες
του, τις φοβίες και τις ανασφάλειες του, την πίκρα
και την οργή του. Μέσα από ήρωες που γεννιούνται,
μεγαλώνουν και εμπνέονται από μια ευρύτερη πολιτισμική
κρίση, ο Ραπτόπουλος επιχειρεί να επανασυνδέσει
την νεοελληνική γραφή με τις μεγάλες συνθέσεις
του παρελθόντος, με τον Αλεξ. Παπαδιαμάντη και
τον Δημ. Βουτυρά, με τον Μιχάλη Καραγάτση και
τον Γιώργο Ιωάννου.
Σε συγγένεια και σε αντιδιαστολή με αυτούς ο Ραπτόπουλος
αποδεικνύει τις ανεξάντλητες δυνάμεις της νεοελληνικής
δημιουργικότητας. Ακόμα και αν ανήκει σε μια εποχή
επιγόνων, η γραφή του υποδεικνύει την δημιουργική
συνέχεια και την φανταστική μετουσίωση που μπορεί
να δώσει στην λογοτεχνική κληρονομιά μια γενιά
ανθρώπων που είδε να εξευτελίζονται πίστεις και
ιδεολογίες. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται
η διαρκής σημασία του έργου του: μέσα από την
σύγχυση του μετά- ιδεολογικού κόσμου, τα οράματα
ξαναγίνονται προσωπικά.
Βρασίδας
Καραλής
Επίκουρος Καθηγητής Παν/μιο Σίντνεϋ
Τι
έγραψε ο Τύπος για τα βιβλία του
ΒΑΓΓΕΛΗ ΡΑΠΤΟΠΟΥΛΟΥ
(αποσπάσματα από κριτικές)
Διόδια,
Αθήνα, Κάλβος, 1982, Αθήνα, Κέδρος, 1988, σελ.
182, ISBN: 960-04-1099-2
"Παραφράζοντας
τον Μπελλ, θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για ομαδικό
πορτρέτο μιας γενιάς." Γυρίζοντας τις σελίδες
των Διοδίων είναι σα να ταξιδεύεις μέσα στην καθημερινότητα
μιας ομάδας νέων. Τίποτε απ' αυτά που συμβαίνουν
δεν μοιάζει επινοημένο. Λες και κάποια επεισόδια
από τη ζωή τους γλίστρησαν στις σελίδες του βιβλίου
μόνα τους, αβίαστα και ανεπαίσθητα. Ένα κείμενο
που στέκει στέρεα κι απλά στα πόδια του. Η καλή
αρχιτεκτονική δεν έχει ανάγκη από φανταχτερά υλικά."...
Σπύρος Τσακνιάς
Κριτικός Λογοτεχνίας
Περιοδικό Η ΛΕΞΗ
Τα
τζιτζίκια, Αθήνα, Κέδρος, 1985, Αθήνα, Bell, 1988,
σελ. 216, ISBN: 960-620-410- 3
...Τα
δύο μέρη της νουβέλας αποτελούνται από εναλλασσόμενους
μονολόγους, πλαισιωμένους από τέσσερα κομμάτια
γραμμένα στο τρίτο πρόσωπο, όπως αρμόζει στον
σιωπηλό Φώτη που φαίνεται να αντιπαθεί κάθε λεκτικό
τρόπο έκφρασης. Όλα αυτά γίνονται σχεδόν με την
αυστηρότητα σύνθεσης ποιητικών στροφών δημιουργώντας
μια επιτυχημένη αισθητική ένταση ανάμεσα στην
οργάνωση της μορφής και στο οργανικό αυθόρμητο
και την υποτιθέμενη ακαταστασία της σκέψης των
μονολόγων. Το αποτέλεσμα είναι μια συμπύκνωση
του ύφους, οικονομία στα εκφραστικά μέσα με πλούτο
εύγλωττων υπαινιγμών. Τα Τζιτζίκια είναι μια "καλοφτιαγμένη"
νουβέλα, χωρίς η υποταγή της στην αυστηρή μορφή
να νεκρώνει τη ζωντάνια του κειμένου. Αυτό είναι
αξιοπρόσεκτο κατόρθωμα για έναν νέο συγγραφέα.
Κρίτων
Χουρμουζιάδης
Κριτικός Λογοτεχνίας
Περιοδικό ΑΝΤΙ, Σεπτέμβριος 1986
Η
αυτοκρατορική μνήμη του αίματος, Αθήνα, Κέδρος,
1992, σελ. 182, ISBN: 960-04- 0574-3
...
"Το πρώτο νεοελληνικό μυθιστόρημα που δεν
είναι πια περιφερειακού τύπου, αλλά συμπλέει με
το μητροπολιτικό της μετα-βιομηχανικής εποχής"
...
…
"Δεν τίθεται θέμα. Το μυθιστόρημα H ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΗ
ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ AΙMATΟΣ είναι το καλύτερο βιβλίο ελληνικής
πεζογραφίας από όλα όσα εκυκλοφόρησαν φέτος και
ένα από τα καλύτερα των τελευταίων ετών."
Κώστας
Βουκελάτος
Εκδότης
Περιοδικό ΙΧΝΕΥΤΗΣ
…
Εντυπωσιάζει η ικανότητα του συγγραφέα να είναι
ταυτοχρόνως και πειστικότατα οι πάντες. Ενώ τον
υποψιαζόμαστε "ποιος είναι" ή με ποιόν
ταιριάζει περισσότερο τέλοσπάντων, καταφέρνει
να είναι όλοι, αναδεικνύοντας έτσι τον εαυτό του
σε συγγραφέα με χίλια πρόσωπα…
Δημήτρης
Νόλλας
Συγγραφέας
Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Ο
εργένης, Αθήνα, Κέδρος, 1993, σελ. 178, ISBN:
960-04-0792-4
...
Μια νέου τύπου πεζογραφία, με πρωταγωνιστές της
συγγραφείς κάτω των σαράντα (ο Φίλιπ Κερ, ο λίγο
μεγαλύτερος Κλάιβ Μπάρκερ ή και ο Ματιέ Κασοβίτς,
αντίστοιχα, στον κινηματογράφο), αναδύεται σήμερα
στην Ευρώπη. Αποτελεί σύνθεση του αστικού αφηγήματος
της ευρωπαϊκής παράδοσης και του αντίστοιχου λαϊκού
αμερικανικού: αστυνομικού, τρόμου, φαντασίας,
θρίλερ. Στην ελληνική λογοτεχνική πραγματικότητα
την εκπροσωπούν ορισμένοι ανήσυχοι συγγραφείς.
Παράδειγμα, ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος…
Κώστας
Βουκελάτος
Εκδότης
Περιοδικό ΙΧΝΕΥΤΗΣ
Ο
εργένης, Αθήνα, Κέδρος, 1993, σελ. 178, ISBN:
960-04-0792-4
...Η
διήγηση αναζητά ευρήματα και καταφεύγει στην παραδοξολογία,
με προφανή στόχο να εντυπωσιάσει μέχρι να σοκάρει,
συχνά φτάνοντας και ώς την αποστροφή. (Ο συγγραφέας)
εμπνέεται από κατσαρίδες, για να δηλώσει το διάχυτο
αίσθημα πνευματικής καχεξίας της εποχής μας και
του ορατού μέλλοντος…
Μάρη
Θεοδοσοπούλου
Κριτικός Λογοτεχνίας
Εφημ. Η ΕΠΟΧΗ
Έμμονες
ιδέες, Αθήνα, Κέδρος, 1995, σελ. 394, ISBN: 960-04-1
056-9
...
Ο συγγραφέας δημιουργεί ένα γοητευτικό αφηγηματικό
παζλ, του οποίου τα κομμάτια συνθέτουν μια αληθινή
φέτα ζωής: εφηβικά χρόνια στις δυτικές συνοικίες,
έρωτες, σπουδές, στρατός, γάμος Και πάνω απ' όλα,
η βασανιστική σχέση με την ίδια τη γραφή, με τη
λογοτεχνία ως έμμονη ιδέα…
Νίκος
Μπακουνάκης
Ιστορικός, Δημοσιογράφος
Περιοδικό MARIE CLAIRE
Έμμονες
ιδέες, Αθήνα, Κέδρος, 1995, σελ. 394, ISBN: 960-04-1056-9
...Το βιβλίο είναι γραμμένο αριστοτεχνικά, ο αναγνώστης
καθηλώνεται στις σελίδες του, γιατί, εκτός από
τη γοητεία της αφηγηματικής δεξιοτεχνίας του συγγραφέα,
περιέχει κρίσιμες αλήθειες- και στα διηγήματα
και στις δοκιμιακές αναφορές. Μια διαδρομή είκοσι
χρόνων, από το 1974 ώς το 1994, όπου βρίσκεις
όλα τα στοιχεία των βιοτικών αλλαγών, αλλά και
μερικές ερμηνείες τους δοσμένες έξυπνα και εμπνευσμένα.
Φυσικά, ξεχωρίζουν όλα τα κείμενα της δοκιμιακής
ενότητας...
Κώστας
Τσαούσης
Κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. TO ΕΘΝΟΣ
Λούλα,
Αθήνα, Κέδρος, 1997, σελ. 480, ISBN: 960-04-1391-6
... Αν ο Ραπτόπουλος στο πρώτο μέρος αναδεικνύεται
σε ανατόμο της καθημερινής ζωής γυναικών, στο
δεύτερο γίνεται ένας μεταποιημένος Λάβκραφτ ή
Κινγκ, που ερευνά τις mo σκοτεινές υποσυνείδητες
πτυχές της λίμπιντο. Αν η δύναμη των ψυχολογικών
παρατηρήσεών του μας εντυπωσίασε, τώρα η δεξιοτεχνία
του να μας αφηγηθεί τον τρόμο μας συνεπαίρνει…
Και έρχεται το τρίτο μέρος να φωτίσει με ένα τρίτο
μάτι την περιπέτεια της Λούλας. Εγκαταλείπουμε
την ηρωίδα και ο φακός εστιάζεται στο πρόσωπο
του αγνώστου. Ό,τι μάθαμε ως τώρα γι' αυτόν ήταν
μισό ψέμα και μισή αλήθεια. Θα πρέπει τώρα η προσοχή
μας να ενταθεί για να συναρμολογήσουμε τα μέρη
της διχασμένης προσωπικότητάς του. Θα πρέπει να
μπούμε στον κόσμο των ψυχώσεων για να φτάσουμε
σε μια πειστική αποκάλυψη και παραδοχή της ιστορίας.
Η
Λούλα δύσκολα κατατάσσεται. Μυθιστόρημα ρεαλιστικό,
σχεδόν πορνογράφημα στην αρχή, λογοτεχνία τρόμου
και θρίλερ στο μέσον, ψυχωσικό παραλήρημα ή βίντεο
κλιπ στο τρίτο μέρος. Θα έλεγε κανείς, τρία διαφορετικά
βιβλία…
Η
μαεστρία της αφήγησης με κράτησε αιχμάλωτο. Αυτός
ο ύπουλος, διαβρωτικός τρόπος, που κάνει τα πιο
καθημερινά να γίνονται τα πιο φανταστικά. Και
ακόμη η θαυμαστή ακρίβεια των περιγραφών. Και
στις πιο ακραίες στιγμές φαντασίας ο Ραπτόπουλος
κρατάει σταθερά τα ηνία της λογικής, γράφει με
ζηλευτή απόσταση και ψυχραιμία…
Μένης
Κουμανταρέας
Συγγραφέας
Εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, Οκτώβριος 1997
Το
παιχνίδι, Αθήνα, Οξύ, 1998, σελ. 170, ISBN: 960-
7614-70-4
...
Τόπος δράσης του Παιχνιδιού είναι ένα ξενοδοχείο.
Και η αφήγηση καταγράφει την ερωτική έλξη ανάμεσα
στο γιο του ιδιοκτήτη και την κόρη μιας καμαριέρας.
Η εξιστόρηση της πρώτης μύησης στον έρωτα αποτελεί
ένα σκοτεινό ερωτικό θρίλερ: οι εφηβικοί αναστεναγμοί
ανακατεύονται με την αγωνία, φανταστικές παρελθοντικές
εικόνες προκαλούν τα πρώτα ψήγματα ζήλιας, ενώ
η κορύφωση είναι αντάξια ενός... Ντέιβιντ Λιντς...
Δημήτρης Μάργαρης
Δημοσιογράφος
Περιοδικό STATUS
Το
παιχνίδι, Αθήνα, Οξύ, 1998, σελ. 170, ISBN: 960-
7614-70-4
…
Παρά τις μεγάλες δόσεις σεξ που περιέχει, Το Παιχνίδι
είναι στην πραγματικότητα ένα πένθιμο βιβλίο.
Μια πορνό θεολογία!…
Μίμης
Ανδρουλάκης
Συγγραφέας
Ραδιοφωνικός σταθμός FLASH
Η απίστευτη ιστορία της πάmσσας Ιωάννας, Αθήνα,
Κέδρος, 2000, σελ. 196, ISBN: 960-04-1756-3
…
Όπως ο Εμ. Ροΐδης με την "Ιωάννα" του
παρωδούσε τους κώδικες του ιστορικού μυθιστορήματος,
αναλογικά ο Β. Ραπτόπουλος παρωδεί το σύγχρονο
"λαϊκό" γυναικείο μυθιστόρημα, αυτό
που επιζητεί να γίνει best seller. Έτσι όπως ο
Ροΐδης κατέθετε ένα "κοινωνικό σχόλιο της
νεοελληνικής πραγματικότητας στην πολυμορφία των
εκδηλώσεών τους", ο Β. Ραπτόπουλος καταθέτει
το δικό του κοινωνικό σχόλιο στα λαϊκά κείμενα
που φιλοδοξούν να δώσουν μια εικόνα της σημερινής
κοινωνίας με επίκεντρο το δίπολο γυναίκα-εξουσία.
Η κριτική του αυτή έχει αυταξία, δεν εξαρτάται
από την αίγλη του Ροΐδη, διαβάζεται αγνοώντας
τον Ροΐδη και κερδίζει τον αναγνώστη με τον δικό
του οξύ αφηγηματικό λόγο…
Γιάννης
Μπασκόζος
Δημοσιογράφος
Εφημ. ΕΞΠΡΕΣ
Η
απίστευτη ιστορία της πάmσσας Ιωάννας, Αθήνα,
Κέδρος, 2000, σελ. 196, ISBN: 960-04-1756-3
…
Η απίστευτη ιστορία της Πάπισσας Ιωάννας ξεκινά
σαν ένα ψυχαγωγικό ανάγνωσμα με σασπένς, σεξ,
κλίμα εποχής και φιλοσοφικές θεωρίες, που ξετυλίγεται
με γρήγορους ρυθμούς. Όμως σε δεύτερο επίπεδο
οδηγεί τον αναγνώστη σε έναν κοινωνικό προβληματισμό
για ζητήματα που είναι καυτά σήμερα. Με αυτήν
την έννοια, η διασκευή του Ραπτόπουλου είναι ένα
διπλό βιβλίο που συντάσσεται με τη σημερινή διεθνή
λογοτεχνική παράδοση, η οποία θέλει τα μυθιστορήματα
να συνδυάζουν τη λαϊκή λογοτεχνία με την υψηλή…
Μικέλα
Χαρτουλάρη
Δημοσιογράφος
Εφημ. ΤΑ ΝΕΑ
Μαύρος
γάμος, Αθήνα, Κέδρος, 2001, σελ. 266, ISBN: 960-04-1885-3
Ο
"Μαύρος Γάμος" το 11ο μυθιστόρημα του
συγγραφέα, ενώ ξεκινά με μια είδηση εφημερίδας
προερχόμενη από ένα παραδοσιακό μέσο, συνδέεται
με ιδιαίτερο τρόπο και με το Διαδίκτυο: το θέμα
του βιβλίου δεν έχει σχέση με τη νέα τεχνολογία,
ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος είναι όμως ο πρώτος Ελληνας
συγγραφέας που επιλέγει το Διαδίκτυο (το ηλεκτρονικό
βιβλιοπωλείο www.greekbooks.gr) για την προδημοσίευση
των 10 πρώτων κεφαλαίων του νέου του βιβλίου.
Ο ίδιος θεωρεί το δίκτυο μια εφεύρεση ανάλογη
με αυτή του τηλεφώνου, του ραδιοφώνου και της
τηλεόρασης, ενώ η επιλογή του δείχνει το δρόμο
σε άλλους καταξιωμένους συγγραφείς που είναι ακόμη
επιφυλακτικοί στις νέες τεχνολογίες. Ο "Μαύρος
Γάμος" εκτυλίσσεται στην Αθήνα από τα μέσα
της δεκαετίας του `70 ώς τις μέρες μας. Με φόντο
την άνοδο και την πτώση του ροκ συγκροτήματος
"Βαλκάνιοι". Και με καταλύτη έναν ύμνο
που μπορεί και να συνδέεται με τα Ελευσίνια Μυστήρια
κι έναν έρωτα χωρίς ανταπόκριση, που ξεπερνάει
τα όρια της έμμονης ιδέας και καταλήγει σε μαύρο
γάμο…
Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Απόσπασμα από το μυθιστόρημα Λούλα
Χαϊδευόταν...
ναι, αυτό έκανε για πρώτη φορά στη ζωή της. Χαϊδευόταν
ελπίζοντας όχι απλώς να νιώσει ηδονή, αλλά. να
οδηγήσει την ηδονή της στο αποκορύφωμά της, εκεί
όπου δεν είχε καταφέρει ποτέ να φτάσει με τον
Στέλιο. Αν το κατόρθωνε αυτό μόνη της, τότε δε
θα τον είχε πια ανάγκη τον Τέλογλου - ούτε αυτόν,
ούτε τον πελώριο πούτσο τού. Θα ήταν αυτάρκης
και πανευτυχής και δε θ' ανησυχούσε ποτέ πια για
το αν θα τον έχανε ή όχι. Ναι, αν κατάφερνε να
φτάσει σε οργασμό από μόνη της, τότε όλα της τα
προβλήματα θα είχαν λυθεί ως δια μαγείας, θα είχε
μια για πάντα απαλλαγεί από τα δεινά της.
Αυτό είναι, αυτό, αυτό, αυτό, ούρλιαξε μια φωνή
μες στο κεφάλι της. Μη σταματάς, συνέχισε, μη
σταματάς, μη στα... μα...
Προς στιγμήν, η Λούλα είχε φοβηθεί ότι η συνειδητοποίηση
τού τι ακριβώς έκανε, θα μπορούσε και να τη φρενάρει,
αλλά τελικά την απελευθέρωσε και τώρα τα δάχτυλα
του δεξιού της χεριού βυθίζονταν σαν παλλόμενα
έμβολα μες, στην υγρή κάτω πύλη της, χωρίζοντας
στα δύo την απαλή, φλογισμένη σάρκα. Ύστερα βγήκαν
και μουσκεμένα όπως ήταν από τα κολπικά υγρά της,
άνοιξαν τα πέταλα τού αιδοίου της και άρχισαν
να παίζουν με την κλειτορίδα της. Την έτριβε και
τη χάιδευε, ανασηκώνoντάς την και μπατσίζοντάς
την ελαφρά με τις άκρες των δαχτύλων της, κάνοντάς
την να κυματίζει μανιασμένα, όπως όταν χτυπάει
ο άνεμος ένα κουρελάκι. Και ταυτόχρονα προσπαθούσε
να μη σκέφτεται τι είναι αυτό πού κάνει, προσπαθούσε
να εκτελεί τη διαδικασία μηχανικά, σαν κουρδισμένη.
Τώρα είχε ξανά προσηλωθεί στις σκηνές πού πρoβάλλoνταν
μέσα στη σκοτεινή οθόνη τού μυαλού της. Ο γυμναστής
χτυπιόταν σαν παλαβός πάνω στα οπίσθια της ξανθιάς,
η οποία είχε το πρόσωπό της ανάμεσα στα πόδια
της καστανής και έγλειφε. Οι κραδασμοί από τις
παλινδρομικές κινήσεις του νεαρού μεταφέρονταν
πάνω στην καστανή, η οποία τρανταζόταν ολόκληρη,
σαν να τη γρονθοκοπούσαν, με το κεφάλι της να
πηγαινοέρχεται στους ώμους, τα γυμνά της στήθη
να χορεύουν στον αέρα και το στόμα της ν' αφήνει
άναρθρες κραυγές από τη μεγάλη καύλα. Ο ρυθμός
με τον οποίο έτριβαν τα δάκτυλα της Λούλας την
κλειτορίδα της ή και μπαινοέβγαιναν πότε πότε
ανάμεσα στα πόδια της, ήταν ίδιος με το ρυθμό
που δονούσε με τις παλμικές κινήσεις του ολόκληρο
το τρίο, ολόκληρο εκείνο το αλλόκοτα ενωμένο ανθρώπινο
σύμπλεγμα...
Τελικά, η Λούλα δε χαϊδευόταν απλώς. Αυνανιζόταν
για πρώτη φορά στη ζωή της και ένιωθε υπέροχα.
Το χόρτο την είχε βυθίσει σε μια γλυκιά χαύνωση,
την είχε λυσει και αυνανιζόταν με μια ονειρική
βραδύτητα. Η όλη φάση κράτησε πάρα πολύ, αφύσικα
πολύ και η κατάσταση στην οποία βρισκόταν η Λούλα
δεν ήταν σταθερή, άλλαζε κάθε τόσο.
Πότε καιγόταν ολόκληρη και μούγκριζε και συστρεφόταν
πάνω στα μαξιλάρια και πότε βυθιζόταν σε μια υποτονική
αδράνεια. Τα δάχτυλά της σούφρωναν τότε το ύφασμα
του σλιπ, μέχρι να γίνει σαν ένα στριμμένο, χοντρουλό
κορδόνι - το κορδόνι ενός πρωτόγονου, προχειροφτιαγμένου
τάνγκα - το οποίο έσερνε τεμπέλικα ανάμεσα στα
πρησμένα, μαλακά χείλη του αιδοίου της, μπρος
πίσω, πάνω κάτω, δεξιά αριστερά, απαλά απαλά ή
και σκληρά, απότομα και άγρια.
Άλλοτε το εγκατέλειπε εντελώς το αναψοκοκκινισμένο
τριαντάφυλλο που είχε ανθίσει ανάμεσα στα πόδια
της και τα υγρά της δάχτυλα έτρεμαν αγγίζοντας
τις ερεθισμένες θηλές του στήθους της (το λευκό
T-shirt είχε ανασηκωθεί ψηλά, είχε φτάσει ως το
λαιμό της, αφήνοντας εκτεθειμένο το όμορφο, στητό
της στήθος), κάνοντάς την να τρέμει και να ριγεί
ολόκληρη.
Κάποια στιγμή, με τα μάτια της φαντασίας της,
η Λούλα είδε τον Στέλιο στη θέση του γυμναστή,
είδε το τεράστιο τρίτο πόδι του εραστή της να
μπαινοβγαίνει στο στόμα της καστανής γυμνάστριας
και… πάγωσε. Βιάστηκε ν' ανοίξει τα μάτια της
- στην τηλεόραση το πρόγραμμα είχε αλλάξει και
τώρα η όμορφη παρουσιάστρια συζητούσε καθισμένη
σ' έναν καναπέ με κάπoια ηλικιωμένη, παλιά δόξα
του ντόπιου εμπορικού κινηματογράφου - και κλείνοντάς
τα πάλι κατόρθωσε να επαναφέρει στη θέση του Στέλιου
τον γυμναστή, παρ' όλο που η μαραμένη ομορφιά
της ηλικιωμένης ηθοποιού δεν ήταν ό,τι καλύτερο
και παραλίγο να της καταστρέφει εντελώς κάθε ερωτική
επιθυμία.
Τέλος, κάποια άλλη στιγμή, είχε ανοίξει και πάλι
τα μάτια της και είχε παρακολουθήσει, με καθαρά
οφθαλμοπορνική διάθεση, την παρουσίαση μιας κολεξιόν
μαγιό από φωτομοντέλα, οπότε, όταν λίγο αργότερα
τα βλέφαρά της έκλεισαν ξανά, τις γυμνάστριες
στη φαντασίωσή της αντικατέστησαν τα φωτομοντέλα.
Υπήρχαν πολλές στιγμές, πολλές αλλαγές, πολλές
μικρότερες φάσεις που εναλλάσσονταν και στη διάρκειά
τους η Λούλα δεν έπαψε ούτε μια στιγμή να χαϊδεύεται
και να στενάζει από ηδονική ευχαρίστηση. Συνολικά,
από τις έντεκα παρά που είχε ανάψει το "γεμιστό"
(το οποίο είχε καπνίσει ώς τη μέση και μετά το
είχε σβήσει προσεκτικά, πατικώνοντας ελαφρά την
καύτρα στα τοιχώματα του σταχτοδοχείου), μέχρι
που σταμάτησε και έγειρε αποκαμωμένη στα μαξιλάρια
του καναπέ - είχαν περάσει γύρω στα είκοσι λεπτά.
Η ώρα τώρα κόντευε έντεκα και την πονούσε παντού
τo κορμί της σαν να είχε φάει ξύλο.
Εκείνα τα είκοσι λεπtά φάνηκαν στη Λοuλα σαν μια
αιωνιότητα.
Όχι μόνο εξαtτιας του χόρτου.
Η αίσθηση αυτή είχε αναμφισβήτητα σχέση με το
γεγονός ότι για πρώτη φορά στη ζωή της αυνανιζόταν.
Και με το ότι περίμενε από στιγμή σε στιγμή να
φτάσει σε οργασμό. Περίμενε και ήλπιζε και ευχόταν
καυτά κύματα ηδονής να την πλημμυρίσουν, το κορμί
της ν' ανασηκωθεί και να σχηματίσει αψίδα, οι
μύες της όλοι να τεντωθούν και στο πρόσωπό της
να ζωγραφιστεί μια εκστατική γκριμάτσα. Ίσως να
φώναζε ή και να δαγκωνόταν, όπως τα ρίγη θα τη
διαπερνούσαν σαν σπαθιά και οι γοφοί της θα τινάζονταν
με ακούσιες κινήσεις, ακολουθώντας τους απανωτούς
σπασμούς που θα τη συγκλόνιζαν. Ύστερα οι σπασμοί
θα εξασθενούσαν και θα έσβηναν και η Λούλα θα
χαλάρωνε και θα την πότιζε ολόκληρη ένα αίσθημα
γαλήνης, ευτυχίας και πληρότητας, ενώ ένιωθε την
ανάγκη, έτσι, χωρίς λόγο, να βάλει τα κλάματα
(κάτι τέτοια πάνω κάτω θυμόταν από όσα είχε διαβάσει
για τον οργασμό στα διάφορα γυναικεία περιοδικά
).
Αλλά δεν είχε γίνει, δυστυχώς, τίποτα απ' όλ'
αυτά.
|